Γράφει ο Υποπλοίαρχος (Ε) Γεώργιος Αλεξανδράκης ΠΝ
Λόγω της υφιστάμενης και γνωστής αγανάκτησης πολλών πολιτών από την εξυπηρέτησή τους στις Δημόσιες Υπηρεσίες, θα γίνει μια προσπάθεια προσέγγισης λύσεως με αποφυγή νομικών όρων που ενδεχομένως να δυσκολέψουν την κατανόηση της ουσίας.
Πολλές πτυχές του βίου μας απαιτούν ενέργειες της Πολιτείας οι οποίες υλοποιούνται δια της Δημόσιας Διοίκησης δηλαδή διά των Δημοσίων Υπαλλήλων.
Σίγουρα, λοιπόν, είναι φορές που ο Πολίτης πάει – για παράδειγμα – με κάποια ελλιπή δικαιολογητικά σε κάποια υπηρεσία και, μετά από υπόδειξη του διοικητικού υπαλλήλου, αναγκάζεται να φύγει προς συμπλήρωση αυτών και να επανέλθει μετά με ολοκληρωμένο φάκελο που θα κατατεθεί στην δημόσια υπηρεσία (Εφορία, υπηρεσίες υπουργείων κλπ).
Τι γίνεται όμως όταν ο πολίτης βρίσκεται στην δημόσια υπηρεσία «καλά διαβασμένος» αλλά διαπιστώνει ότι η δουλειά του δεν μπορεί να γίνει;
Κατ’αρχάς πρέπει να αντιληφθούμε ότι μεταξύ υπαλλήλου και πολίτη που έρχεται να εξυπηρετηθεί από το κράτος, δια του υπαλλήλου / εκπροσώπου του, δεν υπάρχει ουδεμία διοικητική σχέση εξαρτήσεως (προϊσταμένου – υφισταμένου) παρά μόνο αυτή του υπηρέτη και του υπηρετούμενου, εξ’ου και «υπηρεσία». Ως εκ τούτου, ο πολίτης δεν πρέπει να έχει «παρακλητικό» ύφος απέναντι στον υπάλληλο που ενσαρκώνει την βούληση του Κράτους.
Το αντίθετο θα μπορούσε να ισχύει αν η Ελλάδα με το τέλος του Εμφυλίου το 1949 και με νίκη των Αριστερών δυνάμεων, είχε προσαρτηθεί στο ανατολικό μπλοκ όπου οι κρατική δομή είναι διαφορετική από εκείνη του Δυτικού Πολιτισμού, δηλαδή εκτός της περιρρέουσας θηριωδίας που κοσμεί τα κράτη αυτά, ο πολίτης είναι που υπάρχει για το Κράτος και όχι το αντίθετο.
Από το εν ισχύ Σύνταγμα της Ελλάδος, προκύπτει ότι ανάμεσα στα πέντε όργανα του Κράτους (Λαός, Κυβέρνηση, Βουλή, Πρόεδρος Δημοκρατίας, Δικαστήρια), των οποίων οι αρμοδιότητες περιγράφονται σε αυτό, υπάρχει ένα υπέρτατο όργανο στο όνομα του οποίου ασκούνται όλες οι εξουσίες / λειτουργίες, σύμφωνα με το θεμελιώδες άρθρο 1 του Συντάγματος και αυτό το κυρίαρχο όργανο είναι ο Λαός. (σημ: το άρθρο 1 δεν αναθεωρείται ποτέ και σε καμία αναθεώρηση).
ΡΗΤΩΣ, δε, στο άρθρο 103 του Συντάγματος των Ελλήνων αναφέρεται ότι « οι δημόσιοι υπάλληλοι υπηρετούν τον Λαό».
Όταν όμως δεν μπορούμε να εξυπηρετηθούμε τι κάνουμε;
Για την επίλυση του παραπάνω ερωτήματος θα παρατεθούν δύο αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις προκειμένου να δοθούν κάποιες προσανατολιστικές κατευθύνσεις, τις οποίες μπορεί κάποιος να τις εφαρμόσει αναλογικά στην δική του περίπτωση, γιατί όπως γίνεται αντιληπτό η εξάντληση των περιπτώσεων σε ένα άρθρο δεν είναι αφενός δυνατή, αφετέρου θα χανόταν το «momentum» με αποτέλεσμα την μη επίτευξη του στόχου του που δεν είναι άλλος από το να ενεργοποιήσει τον Πολίτη να αναλάβει τις ευθύνες του διαμέσου της άσκησης των δικαιωμάτων του.
Περίπτωση 1η : Προσέρχεστε στην δημόσια υπηρεσία έχοντας ενημερωθεί είτε από το διαδίκτυο είτε από μια εγκύκλιο για τα συνοδεύοντα δικαιολογητικά της υπόθεσής σας και ο υπάλληλος σας λέει ότι καλά είναι αυτά που φέρατε αλλά του είπε ο διευθυντής – πολλές φορές αυτό είναι από το μυαλό του αλλά βάζει μπροστά τον Διευθυντή – ότι πρέπει να του πάτε άλλα τρία – τέσσερα χαρτιά, έτσι, για να «είμαστε καλυμμένοι». Τι κάνετε; Πρώτ’απ’όλα, δεν χάνετε την ψυχραιμία σας, γιατί μαζί με αυτήν θα χάσετε ΟΛΟ το δίκιο σας και θα φύγετε «σαν βρεγμένη γάτα», γιατί σε γενόμενη αδικοπραξία (βρισιές, απειλές κλπ), δύσκολα θα βρείτε μάρτυρα να σας υποστηρίξει, ενώ ο υπάλληλος έχει τους συναδέλφους του που θα είναι οπωσδήποτε μάρτυρες υπέρ αυτού και κατά εσάς!!.
Στην συνέχεια, ζητάτε ευγενικά το όνομα του υπαλλήλου, εκτός αν το γράφει σε κάποιο «ταμπελάκι», και του ζητάτε να σας χορηγήσει ΕΓΓΡΑΦΩΣ την εντολή του διευθυντού με την οποία ζητούνται από την υπηρεσία αυτή τα «επιπρόσθετα δικαιολογητικά». Αν δεν την βρίσκει – που δεν θα την βρίσκει για να μην περιμένετε άδικα – θα του ζητήσετε – είτε από αυτόν είτε από τον προϊστάμενο / διευθυντή της υπηρεσίας – να σας δώσει εγγράφως αυτό που σας λέει, έστω και χειρόγραφα αφού και αυτό έχει την ΙΔΙΑ ισχύ με το έγγραφο από υπολογιστή και να σας βάλει από κάτω την σφραγίδα του και το όνομά του όχι όμως μια ακανόνιστη τζίφρα, όπως συνηθίζεται, αλλά το μικρό του όνομα και το επώνυμο ΟΛΟΓΡΑΦΩΣ με τα δικά του γράμματα.
Η κτηθείσα εμπειρία υπαγορεύει ότι το πιο πιθανό είναι να μην πάρετε τίποτα καθότι ο δημόσιος υπάλληλος αντιλαμβανόμενος την θέση ισχύς του, απλώς θα την επιδείξει. Τότε περνάτε σε δεύτερο στάδιο και πιο δραστικό, φωνάζοντας την αστυνομία καλώντας το «100». Προσοχή, προς άρση παρεξηγήσεων, η αστυνομία ΔΕΝ είναι μόνο να συλλαμβάνει τους κακοποιούς είναι και να αποτρέπει το έγκλημα σε ΚΑΘΕ του μορφή.
Έχει δηλαδή ένα διπλό ρόλο, έναν αυτόν της διωκτικής αρχής και έναν αυτόν της διοικητικής βεβαιώνουσας αρχής, που δρα πάντοτε υπέρ του πολίτη, άσχετα με αυτά που ακούμε κατά των αστυνομικών, οι οποίοι – τις περισσότερες φορές – κάνουν άριστα την δουλειά τους. Φωνάζετε λοιπόν την αστυνομία, η οποία θα στείλει ένα-δύο άτομα στην υπηρεσία που είσαστε και θα τους ενημερώσετε για το συμβάν. Τα όργανα θα ζητήσουν τις ταυτότητες (φροντίστε να την έχετε πάντα μαζί) των εμπλεκομένων και θα συντάξουν έκθεση με τα λεγόμενα τα δικά σας και τα λεγόμενα του διευθυντού ή του υπαλλήλου.
Η έκθεση θα είναι έτοιμη για να την παραλάβετε από το Αστυνομικό Τμήμα συνήθως μετά από 10 εργάσιμες. Αντιλαμβάνεστε ότι το περιεχόμενο στην έκθεση του αστυνομικού οργάνου, είναι έκθεση δημόσιας Αρχής και έχει έχει ιδιαίτερα μεγάλη αποδεικτική ισχύ, τόση που αν αυτά που βεβαίωσε ότι είπε ο υπάλληλος δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και στην νόμιμη διαδικασία την οποία εσείς έχετε ακολουθήσει και αυτοί σας ταλαιπώρησαν, τότε μπορείτε να ζητήσετε τον πειθαρχικό έλεγχο των εμπλεκομένων υπαλλήλων, να ζητήσετε εύλογη αποζημίωση με σχετικό δικόγραφο, ή και να υποβάλλεται έγκληση / μήνυση αν κατά την γνώμη σας ή του δικηγόρου σας έχει στοιχειοθετηθεί κάποιος κανόνας του Ποινικού Κώδικα.
Περίπτωση 2η : Πάτε στην δημόσια υπηρεσία και ο «αρμόδιος» υπάλληλος που θα χειριζόταν την υπόθεσή σας λείπει και πρέπει εσείς να ξαναλείψετε από την δουλειά σας, να ξαναφήσετε αλλού τα παιδιά σας για να ξαναπάτε στην δημόσια υπηρεσία και γενικά να ξαναταλαιπωρηθείτε γιατί αυτός που σας υπηρετεί και τον οποίο πληρώνετε εσείς λείπει. Τι κάνετε;
Πάντα αρχίζουμε με ευγένεια, μήπως και υπάρχει κάποιος ευπειθής υπάλληλος που θα σας εξυπηρετήσεις προκειμένου να αποφύγουμε αστυνομίες κλπ, κλπ. Αν τον βρούμε και γίνει η δουλειά σας, τον ευχαριστείτε και φεύγετε ΧΩΡΙΣ να τάξετε δώρα κλπ, γιατί κάποιος άλλος υπάλληλος που δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα έχει αγανακτήσει με το «σύστημα», με τους «αδίστακτους Ευρωπαίους οι οποίοι ναι μεν μας έδωσαν τα λεφτά τους αλλά τώρα τα θέλουν πίσω», ή με τους «ενοχλητικούς πολίτες» θα σας καταγγείλει για δωροδοκία και θα μπλέξετε.
Αν δεν βρούμε «καλό υπάλληλο», πάμε στον διευθυντή και εκθέτουμε το πρόβλημα. Προσοχή….ο Διευθυντής απολαμβάνει προνομίων και διευθυντικών δικαιωμάτων όμως έχει την βασική υποχρέωση η υπηρεσία του να είναι αποτελεσματική έναντι του Πολίτη.
Αν και αυτός δεν έχει διάθεση να βοηθήσει και νιώθετε ότι σας μπερδεύει αναλύοντας τα προβλήματα της υπηρεσίας με την «απομείωση του προσωπικού» κλπ, τον ενημερώνετε ότι θα θέλατε να σας βεβαιώσει εγγράφως (βλ παραπάνω) όλα αυτά για να απευθυνθείτε και εσείς στο εποπτεύον Υπουργεία «για να τον βοηθήσετε», ενώ θα τονίσετε ότι κάποιος συγγενής σας σε υπουργείο, σας είχε πει ότι «ο προϊστάμενος δεν χορηγεί άδεις απουσίας αν δεν ορίσει αντικαταστάτη καθηκόντων αυτού που έφυγε»!! Επειδή μάλλον δεν θα σας το δώσει εγγράφως, τον ενημερώνετε ότι θα θέλατε να κάνετε χρήση του σταθερού τηλεφώνου του για να φωνάξετε την αστυνομία να βεβαιώσει την «Μη εξυπηρέτησή σας» (με την παραπάνω διαδικασία). Σε αυτό το σημείο, η εμπειρία έχει δείξει ότι θα σας εξυπηρετήσει ο ίδιος ο Προϊστάμενος!! Αν όχι, την συνέχεια την ξέρετε από την παραπάνω περίπτωση.
Σε κάθε περίπτωση να θυμάστε ότι ΚΑΘΕ δημόσια υπηρεσία έχει Πρωτόκολλο στο οποίο μπορείτε να καταθέσετε ό,τι θέλετε και να λάβετε το σχετικό αποδεικτικό. Στο αίτημά σας η δημόσια υπηρεσία είναι υποχρεωμένη να σας απαντήσει σε προθεσμία που κυμαίνεται – ανάλογα με το αίτημα – από 20 ημέρες μέχρι 60 ημέρες, όπως ορίζει ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας (Ν.2690/99).
Συνοψίζοντας τα παραπάνω με δυο λέξεις, ο διοικούμενος, δηλαδή ο πολίτης, θα πρέπει να θυμάται τα εξής:
(α) Ο δημόσιος υπάλληλος είναι υπηρέτης του πολίτη
(β) Ο πολίτης πληρώνει με τους φόρους του την δημόσια διοίκηση και ως εκ τούτου, το Κράτος λειτουργεί υπέρ του Πολίτη και όχι το αντίθετο.
(γ) Η αστυνομία έχει και δεύτερο ρόλο από αυτόν που ξέρουμε από παιδιά και είναι αυτός της απανταχού βεβαιώνουσας αρχής η οποία είναι υποχρεωμένη να παρασταθεί εφόσον την καλέσει ο Πολίτης.
(δ) Η διατήρηση της νομιμότητας και των Συνταγματικών Επιταγών είναι η δικαιολογητική βάση για όλες τις ενέργειες υπέρ του Πολίτη.
(ε) Τέλος και βασικότερο από όλα, ΔΙΑΤΗΡΕΙΣΤΕ την ψυχραιμία σας.
Όπως γίνεται αντιληπτό, δεν λειτουργούν όλα όπως οι δομές των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας, (όταν δεν εμπλέκονται εξωγενείς παράγοντες), οι οποίες πρέπει κατά τεκμήριο να αποτελούν την ουδέτερη εγγύηση των Εθνικών δικαιωμάτων / συμφερόντων του Έθνους. Ως προελέχθη, όμως, η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών θα ήταν αρτιότερη αν γνωρίζαμε όλοι μας τους μοχλούς ελέγχου και νομίμων πιέσεων προς τις δημόσιες υπηρεσίες που υπάρχουν για να υπηρετούν τους πολίτες. Όλα τα παραπάνω είναι ένα μικρό δείγμα προς αυτήν την κατεύθυνση και με το παρόν εκφράζεται η ελπίδα για γνώση εκ μέρους του πολίτη των δικαιωμάτων του, τα οποία όμως πρέπει να ασκούνται με κοσμιότητα και αξιοπρέπεια, ενθυμούμενος τα λόγια του Μοντεσκιέ (Γενεύη 1648) ότι η φύση του Κράτους είναι να αδικεί έως ότου συναντήσει φραγμούς….ε, λοιπόν επειδή οι φραγμοί υπάρχουν αρχίστε να τους ενεργοποιείτε….!!
Ο Υποπλοίαρχος του Π.Ν., Γεώργιος Αλεξανδράκης, κατάγεται από τα Μεσονήσια Αμαρίου Ρεθύμνης. Είναι Αριστούχος της Φιλοσοφικής Αθηνών, Πτυχιούχος Νομικής Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Δικαίου. Μιλά Αγγλικά, Ιταλικά, Γαλλικά, Ρώσικα.
Πηγή: www.militaire.gr
Λόγω της υφιστάμενης και γνωστής αγανάκτησης πολλών πολιτών από την εξυπηρέτησή τους στις Δημόσιες Υπηρεσίες, θα γίνει μια προσπάθεια προσέγγισης λύσεως με αποφυγή νομικών όρων που ενδεχομένως να δυσκολέψουν την κατανόηση της ουσίας.
Πολλές πτυχές του βίου μας απαιτούν ενέργειες της Πολιτείας οι οποίες υλοποιούνται δια της Δημόσιας Διοίκησης δηλαδή διά των Δημοσίων Υπαλλήλων.
Σίγουρα, λοιπόν, είναι φορές που ο Πολίτης πάει – για παράδειγμα – με κάποια ελλιπή δικαιολογητικά σε κάποια υπηρεσία και, μετά από υπόδειξη του διοικητικού υπαλλήλου, αναγκάζεται να φύγει προς συμπλήρωση αυτών και να επανέλθει μετά με ολοκληρωμένο φάκελο που θα κατατεθεί στην δημόσια υπηρεσία (Εφορία, υπηρεσίες υπουργείων κλπ).
Τι γίνεται όμως όταν ο πολίτης βρίσκεται στην δημόσια υπηρεσία «καλά διαβασμένος» αλλά διαπιστώνει ότι η δουλειά του δεν μπορεί να γίνει;
Κατ’αρχάς πρέπει να αντιληφθούμε ότι μεταξύ υπαλλήλου και πολίτη που έρχεται να εξυπηρετηθεί από το κράτος, δια του υπαλλήλου / εκπροσώπου του, δεν υπάρχει ουδεμία διοικητική σχέση εξαρτήσεως (προϊσταμένου – υφισταμένου) παρά μόνο αυτή του υπηρέτη και του υπηρετούμενου, εξ’ου και «υπηρεσία». Ως εκ τούτου, ο πολίτης δεν πρέπει να έχει «παρακλητικό» ύφος απέναντι στον υπάλληλο που ενσαρκώνει την βούληση του Κράτους.
Το αντίθετο θα μπορούσε να ισχύει αν η Ελλάδα με το τέλος του Εμφυλίου το 1949 και με νίκη των Αριστερών δυνάμεων, είχε προσαρτηθεί στο ανατολικό μπλοκ όπου οι κρατική δομή είναι διαφορετική από εκείνη του Δυτικού Πολιτισμού, δηλαδή εκτός της περιρρέουσας θηριωδίας που κοσμεί τα κράτη αυτά, ο πολίτης είναι που υπάρχει για το Κράτος και όχι το αντίθετο.
Από το εν ισχύ Σύνταγμα της Ελλάδος, προκύπτει ότι ανάμεσα στα πέντε όργανα του Κράτους (Λαός, Κυβέρνηση, Βουλή, Πρόεδρος Δημοκρατίας, Δικαστήρια), των οποίων οι αρμοδιότητες περιγράφονται σε αυτό, υπάρχει ένα υπέρτατο όργανο στο όνομα του οποίου ασκούνται όλες οι εξουσίες / λειτουργίες, σύμφωνα με το θεμελιώδες άρθρο 1 του Συντάγματος και αυτό το κυρίαρχο όργανο είναι ο Λαός. (σημ: το άρθρο 1 δεν αναθεωρείται ποτέ και σε καμία αναθεώρηση).
ΡΗΤΩΣ, δε, στο άρθρο 103 του Συντάγματος των Ελλήνων αναφέρεται ότι « οι δημόσιοι υπάλληλοι υπηρετούν τον Λαό».
Όταν όμως δεν μπορούμε να εξυπηρετηθούμε τι κάνουμε;
Για την επίλυση του παραπάνω ερωτήματος θα παρατεθούν δύο αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις προκειμένου να δοθούν κάποιες προσανατολιστικές κατευθύνσεις, τις οποίες μπορεί κάποιος να τις εφαρμόσει αναλογικά στην δική του περίπτωση, γιατί όπως γίνεται αντιληπτό η εξάντληση των περιπτώσεων σε ένα άρθρο δεν είναι αφενός δυνατή, αφετέρου θα χανόταν το «momentum» με αποτέλεσμα την μη επίτευξη του στόχου του που δεν είναι άλλος από το να ενεργοποιήσει τον Πολίτη να αναλάβει τις ευθύνες του διαμέσου της άσκησης των δικαιωμάτων του.
Περίπτωση 1η : Προσέρχεστε στην δημόσια υπηρεσία έχοντας ενημερωθεί είτε από το διαδίκτυο είτε από μια εγκύκλιο για τα συνοδεύοντα δικαιολογητικά της υπόθεσής σας και ο υπάλληλος σας λέει ότι καλά είναι αυτά που φέρατε αλλά του είπε ο διευθυντής – πολλές φορές αυτό είναι από το μυαλό του αλλά βάζει μπροστά τον Διευθυντή – ότι πρέπει να του πάτε άλλα τρία – τέσσερα χαρτιά, έτσι, για να «είμαστε καλυμμένοι». Τι κάνετε; Πρώτ’απ’όλα, δεν χάνετε την ψυχραιμία σας, γιατί μαζί με αυτήν θα χάσετε ΟΛΟ το δίκιο σας και θα φύγετε «σαν βρεγμένη γάτα», γιατί σε γενόμενη αδικοπραξία (βρισιές, απειλές κλπ), δύσκολα θα βρείτε μάρτυρα να σας υποστηρίξει, ενώ ο υπάλληλος έχει τους συναδέλφους του που θα είναι οπωσδήποτε μάρτυρες υπέρ αυτού και κατά εσάς!!.
Στην συνέχεια, ζητάτε ευγενικά το όνομα του υπαλλήλου, εκτός αν το γράφει σε κάποιο «ταμπελάκι», και του ζητάτε να σας χορηγήσει ΕΓΓΡΑΦΩΣ την εντολή του διευθυντού με την οποία ζητούνται από την υπηρεσία αυτή τα «επιπρόσθετα δικαιολογητικά». Αν δεν την βρίσκει – που δεν θα την βρίσκει για να μην περιμένετε άδικα – θα του ζητήσετε – είτε από αυτόν είτε από τον προϊστάμενο / διευθυντή της υπηρεσίας – να σας δώσει εγγράφως αυτό που σας λέει, έστω και χειρόγραφα αφού και αυτό έχει την ΙΔΙΑ ισχύ με το έγγραφο από υπολογιστή και να σας βάλει από κάτω την σφραγίδα του και το όνομά του όχι όμως μια ακανόνιστη τζίφρα, όπως συνηθίζεται, αλλά το μικρό του όνομα και το επώνυμο ΟΛΟΓΡΑΦΩΣ με τα δικά του γράμματα.
Η κτηθείσα εμπειρία υπαγορεύει ότι το πιο πιθανό είναι να μην πάρετε τίποτα καθότι ο δημόσιος υπάλληλος αντιλαμβανόμενος την θέση ισχύς του, απλώς θα την επιδείξει. Τότε περνάτε σε δεύτερο στάδιο και πιο δραστικό, φωνάζοντας την αστυνομία καλώντας το «100». Προσοχή, προς άρση παρεξηγήσεων, η αστυνομία ΔΕΝ είναι μόνο να συλλαμβάνει τους κακοποιούς είναι και να αποτρέπει το έγκλημα σε ΚΑΘΕ του μορφή.
Έχει δηλαδή ένα διπλό ρόλο, έναν αυτόν της διωκτικής αρχής και έναν αυτόν της διοικητικής βεβαιώνουσας αρχής, που δρα πάντοτε υπέρ του πολίτη, άσχετα με αυτά που ακούμε κατά των αστυνομικών, οι οποίοι – τις περισσότερες φορές – κάνουν άριστα την δουλειά τους. Φωνάζετε λοιπόν την αστυνομία, η οποία θα στείλει ένα-δύο άτομα στην υπηρεσία που είσαστε και θα τους ενημερώσετε για το συμβάν. Τα όργανα θα ζητήσουν τις ταυτότητες (φροντίστε να την έχετε πάντα μαζί) των εμπλεκομένων και θα συντάξουν έκθεση με τα λεγόμενα τα δικά σας και τα λεγόμενα του διευθυντού ή του υπαλλήλου.
Η έκθεση θα είναι έτοιμη για να την παραλάβετε από το Αστυνομικό Τμήμα συνήθως μετά από 10 εργάσιμες. Αντιλαμβάνεστε ότι το περιεχόμενο στην έκθεση του αστυνομικού οργάνου, είναι έκθεση δημόσιας Αρχής και έχει έχει ιδιαίτερα μεγάλη αποδεικτική ισχύ, τόση που αν αυτά που βεβαίωσε ότι είπε ο υπάλληλος δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και στην νόμιμη διαδικασία την οποία εσείς έχετε ακολουθήσει και αυτοί σας ταλαιπώρησαν, τότε μπορείτε να ζητήσετε τον πειθαρχικό έλεγχο των εμπλεκομένων υπαλλήλων, να ζητήσετε εύλογη αποζημίωση με σχετικό δικόγραφο, ή και να υποβάλλεται έγκληση / μήνυση αν κατά την γνώμη σας ή του δικηγόρου σας έχει στοιχειοθετηθεί κάποιος κανόνας του Ποινικού Κώδικα.
Περίπτωση 2η : Πάτε στην δημόσια υπηρεσία και ο «αρμόδιος» υπάλληλος που θα χειριζόταν την υπόθεσή σας λείπει και πρέπει εσείς να ξαναλείψετε από την δουλειά σας, να ξαναφήσετε αλλού τα παιδιά σας για να ξαναπάτε στην δημόσια υπηρεσία και γενικά να ξαναταλαιπωρηθείτε γιατί αυτός που σας υπηρετεί και τον οποίο πληρώνετε εσείς λείπει. Τι κάνετε;
Πάντα αρχίζουμε με ευγένεια, μήπως και υπάρχει κάποιος ευπειθής υπάλληλος που θα σας εξυπηρετήσεις προκειμένου να αποφύγουμε αστυνομίες κλπ, κλπ. Αν τον βρούμε και γίνει η δουλειά σας, τον ευχαριστείτε και φεύγετε ΧΩΡΙΣ να τάξετε δώρα κλπ, γιατί κάποιος άλλος υπάλληλος που δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα έχει αγανακτήσει με το «σύστημα», με τους «αδίστακτους Ευρωπαίους οι οποίοι ναι μεν μας έδωσαν τα λεφτά τους αλλά τώρα τα θέλουν πίσω», ή με τους «ενοχλητικούς πολίτες» θα σας καταγγείλει για δωροδοκία και θα μπλέξετε.
Αν δεν βρούμε «καλό υπάλληλο», πάμε στον διευθυντή και εκθέτουμε το πρόβλημα. Προσοχή….ο Διευθυντής απολαμβάνει προνομίων και διευθυντικών δικαιωμάτων όμως έχει την βασική υποχρέωση η υπηρεσία του να είναι αποτελεσματική έναντι του Πολίτη.
Αν και αυτός δεν έχει διάθεση να βοηθήσει και νιώθετε ότι σας μπερδεύει αναλύοντας τα προβλήματα της υπηρεσίας με την «απομείωση του προσωπικού» κλπ, τον ενημερώνετε ότι θα θέλατε να σας βεβαιώσει εγγράφως (βλ παραπάνω) όλα αυτά για να απευθυνθείτε και εσείς στο εποπτεύον Υπουργεία «για να τον βοηθήσετε», ενώ θα τονίσετε ότι κάποιος συγγενής σας σε υπουργείο, σας είχε πει ότι «ο προϊστάμενος δεν χορηγεί άδεις απουσίας αν δεν ορίσει αντικαταστάτη καθηκόντων αυτού που έφυγε»!! Επειδή μάλλον δεν θα σας το δώσει εγγράφως, τον ενημερώνετε ότι θα θέλατε να κάνετε χρήση του σταθερού τηλεφώνου του για να φωνάξετε την αστυνομία να βεβαιώσει την «Μη εξυπηρέτησή σας» (με την παραπάνω διαδικασία). Σε αυτό το σημείο, η εμπειρία έχει δείξει ότι θα σας εξυπηρετήσει ο ίδιος ο Προϊστάμενος!! Αν όχι, την συνέχεια την ξέρετε από την παραπάνω περίπτωση.
Σε κάθε περίπτωση να θυμάστε ότι ΚΑΘΕ δημόσια υπηρεσία έχει Πρωτόκολλο στο οποίο μπορείτε να καταθέσετε ό,τι θέλετε και να λάβετε το σχετικό αποδεικτικό. Στο αίτημά σας η δημόσια υπηρεσία είναι υποχρεωμένη να σας απαντήσει σε προθεσμία που κυμαίνεται – ανάλογα με το αίτημα – από 20 ημέρες μέχρι 60 ημέρες, όπως ορίζει ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας (Ν.2690/99).
Συνοψίζοντας τα παραπάνω με δυο λέξεις, ο διοικούμενος, δηλαδή ο πολίτης, θα πρέπει να θυμάται τα εξής:
(α) Ο δημόσιος υπάλληλος είναι υπηρέτης του πολίτη
(β) Ο πολίτης πληρώνει με τους φόρους του την δημόσια διοίκηση και ως εκ τούτου, το Κράτος λειτουργεί υπέρ του Πολίτη και όχι το αντίθετο.
(γ) Η αστυνομία έχει και δεύτερο ρόλο από αυτόν που ξέρουμε από παιδιά και είναι αυτός της απανταχού βεβαιώνουσας αρχής η οποία είναι υποχρεωμένη να παρασταθεί εφόσον την καλέσει ο Πολίτης.
(δ) Η διατήρηση της νομιμότητας και των Συνταγματικών Επιταγών είναι η δικαιολογητική βάση για όλες τις ενέργειες υπέρ του Πολίτη.
(ε) Τέλος και βασικότερο από όλα, ΔΙΑΤΗΡΕΙΣΤΕ την ψυχραιμία σας.
Όπως γίνεται αντιληπτό, δεν λειτουργούν όλα όπως οι δομές των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας, (όταν δεν εμπλέκονται εξωγενείς παράγοντες), οι οποίες πρέπει κατά τεκμήριο να αποτελούν την ουδέτερη εγγύηση των Εθνικών δικαιωμάτων / συμφερόντων του Έθνους. Ως προελέχθη, όμως, η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών θα ήταν αρτιότερη αν γνωρίζαμε όλοι μας τους μοχλούς ελέγχου και νομίμων πιέσεων προς τις δημόσιες υπηρεσίες που υπάρχουν για να υπηρετούν τους πολίτες. Όλα τα παραπάνω είναι ένα μικρό δείγμα προς αυτήν την κατεύθυνση και με το παρόν εκφράζεται η ελπίδα για γνώση εκ μέρους του πολίτη των δικαιωμάτων του, τα οποία όμως πρέπει να ασκούνται με κοσμιότητα και αξιοπρέπεια, ενθυμούμενος τα λόγια του Μοντεσκιέ (Γενεύη 1648) ότι η φύση του Κράτους είναι να αδικεί έως ότου συναντήσει φραγμούς….ε, λοιπόν επειδή οι φραγμοί υπάρχουν αρχίστε να τους ενεργοποιείτε….!!
Ο Υποπλοίαρχος του Π.Ν., Γεώργιος Αλεξανδράκης, κατάγεται από τα Μεσονήσια Αμαρίου Ρεθύμνης. Είναι Αριστούχος της Φιλοσοφικής Αθηνών, Πτυχιούχος Νομικής Αθηνών, με μεταπτυχιακές σπουδές Ευρωπαϊκού και Διεθνούς Δικαίου. Μιλά Αγγλικά, Ιταλικά, Γαλλικά, Ρώσικα.
Πηγή: www.militaire.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου