Δύο χρόνια πριν, το καλοκαίρι του 2014, η e-Amyna είχε ενημερώσει αποκλειστικά τους αναγνώστες της για τη στροφή του ΠΝ στα αμερικανικά αντιτορπιλικά κλάσης «Arleigh Burke», όσον αφορά την ενίσχυση των κυρίων μονάδων επιφανείας του στόλου με σκάφη αντιαεροπορικής άμυνας περιοχής, αναγνωρίζοντας την απαίτηση κάλυψης και προάσπισης των εθνικών συμφερόντων στη θαλάσσια έκταση μεταξύ Κρήτης, Ρόδου, Καστελορίζου και Κύπρου με μονάδες επιφανείας αυξημένων επιχειρησιακών ικανοτήτων και δυνατότητας επιβίωσης έναντι εχθρικής αεροπορικής απειλής.
Μολοντούτο, οι ελληνικές προσπάθειες (οι οποίες είχαν ξεκινήσει από τον Γενάρη του 2013, κατά την επίσκεψη τού τότε Α/ΓΕΝ, Αντιναυάρχου Κοσμά Χρηστίδη, στις ΗΠΑ -όταν και ετέθη από ελληνικής πλευράς αίτημα παραχώρησης 2 εξ αυτών στο Πολεμικό Ναυτικό-, για να συνεχιστούν ενάμιση χρόνο αργότερα, κατά την επίσκεψή τού τότε ΥΕΘΑ Δημήτρη Αβραμόπουλου) προσέκρουσαν στην απόφαση του Αμερικανικού Κογκρέσου που έθετε βέτο στην αποδέσμευση των αντιτορπιλικών προς οποιαδήποτε συμμαχική των ΗΠΑ χώρα μέχρι το 2017 .
Την περίοδο εκείνη, τα πλοία στα οποία υπολόγιζε το ΠΝ αφορούσαν τα 21 (από τα 28) παλαιότερα Flight I/II που δεν πρόκειται να υποβληθούν τελικά στο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού στα πρότυπα AEGIS Baseline 9 παρά μόνο σε εργασίες Γενικής Επιθεώρησης, επισκευής και συντήρησης των προωστηρίων σκευών και βοηθητικών μηχανημάτων, ενώ σε κάποια εξ αυτών θα γίνει αναβάθμιση του ανθυποβρυχιακού τους εξοπλισμού.
Ακολουθεί αναλυτικός πίνακας των εν λόγω πλοίων:
Μολοντούτο, οι ελληνικές προσπάθειες (οι οποίες είχαν ξεκινήσει από τον Γενάρη του 2013, κατά την επίσκεψη τού τότε Α/ΓΕΝ, Αντιναυάρχου Κοσμά Χρηστίδη, στις ΗΠΑ -όταν και ετέθη από ελληνικής πλευράς αίτημα παραχώρησης 2 εξ αυτών στο Πολεμικό Ναυτικό-, για να συνεχιστούν ενάμιση χρόνο αργότερα, κατά την επίσκεψή τού τότε ΥΕΘΑ Δημήτρη Αβραμόπουλου) προσέκρουσαν στην απόφαση του Αμερικανικού Κογκρέσου που έθετε βέτο στην αποδέσμευση των αντιτορπιλικών προς οποιαδήποτε συμμαχική των ΗΠΑ χώρα μέχρι το 2017 .
Την περίοδο εκείνη, τα πλοία στα οποία υπολόγιζε το ΠΝ αφορούσαν τα 21 (από τα 28) παλαιότερα Flight I/II που δεν πρόκειται να υποβληθούν τελικά στο πρόγραμμα εκσυγχρονισμού στα πρότυπα AEGIS Baseline 9 παρά μόνο σε εργασίες Γενικής Επιθεώρησης, επισκευής και συντήρησης των προωστηρίων σκευών και βοηθητικών μηχανημάτων, ενώ σε κάποια εξ αυτών θα γίνει αναβάθμιση του ανθυποβρυχιακού τους εξοπλισμού.
Ακολουθεί αναλυτικός πίνακας των εν λόγω πλοίων:
Στο ενδιάμεσο διάστημα, προέκυψαν πληροφορίες που αναφέρουν πως πέντε αντιτορπιλικά κλάσης Arleigh Burke που ανήκουν στο Flight IIA και ειδικότερα τα HOWARD (DDG-83), McCAMPBELL (DDG-85), MUSTIN (DDG-89), CHAFEE (DDG-90) και BAINBRIDGE (DDG-96), δε θα υποβληθούν σε αναβάθμιση του Συστήματος Μάχης Aegis Baseline 9C, προκειμένου να φθάσουν στο ίδιο επίπεδο Ολοκληρωμένης Άμυνας Αέρος και Βλημάτων (IAMD) όπως εκείνα τα οποία θα περιληφθούν στο σχετικό πρόγραμμα, παρά μόνο σε επισκευές σκάφους και μηχανολογικών και ηλεκτρικών συστημάτων.
Κατά συνέπεια, τα πλοία αυτά, τα οποία εντάχθηκαν σε υπηρεσία μεταξύ των ετών 2002-2005, δε θα αποκτήσουν ικανότητα Άμυνας κατά Βαλλιστικών Βλημάτων (BMD).
Καθώς το 2017 πλησιάζει (καταληκτικό έτος ισχύος του βέτο του αμερικανικού Κονγκρέσου), και δεδομένης της παρούσας γεωπολιτικής συγκυρίας (οι αντιαεροπορικές-αντιβαλλιστικές δυνατότητες που παρέχουν τα εν λόγω σκάφη θα ενίσχυαν σημαντικά τη δυνατότητα συνδρομής της χώρας στις ΝΑΤΟικές επιχειρήσεις στην περιοχή), οι προσπάθειες του ΠΝ προς την κατεύθυνση αυτή έχουν ενταθεί σημαντικά (έχουν γίνει ήδη αρκετές διερευνητικές επαφές, τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο).
Θυμίζουμε πως τα αντιτορπιλικά κλάσης «Arleigh Burke» αποτελούν τη ραχοκοκαλιά των πλοίων επιφανείας του Αμερικανικού Ναυτικού, αριθμώντας ήδη 62 σκάφη (21 Flight I, 7 Flight II και 34 Flight IIA) σε υπηρεσία, ενώ προβλέπεται η ναυπήγηση άλλων 42 (Flight IIΙ). Έχουν μήκος 155 μέτρα, πλάτος 20 μέτρα, βύθισμα 9,3 μέτρα και εκτόπισμα από 8.300 ως 9.200 τόνους.
Η συγκεκριμένη κλάση πλοίων ήταν η πρώτη που κατασκευάστηκε με (περιορισμένα) χαρακτηριστικά στελθ, όπως οι κεκλιμένες επιφάνειες του σκάφους, της υπερκατασκευής και των ιστών. Η υπερκατασκευή τους είναι κατασκευασμένη από χάλυβα, ενώ περισσότεροι από 130 τόνους θωράκισης χάλυβα και Kevlar χρησιμοποιούνται για την προστασία ζωτικών διαμερισμάτων, συμπεριλαμβανομένων 70 τόνων για το κέντρο πληροφοριών μάχης.
Όλα τα πλοία της κλάσης φέρουν το σύστημα αεράμυνας AEGIS, με ραντάρ παθητικής διάταξης τύπου SPY-1D. Από τους κάθετους εκτοξευτές (VLS) Mk41 90 θέσεων (29 κυψέλες πλώρα-61 πρύμα / 96 θέσεων σε σκάφη της έκδοσης ΙΙΑ) μπορεί να βληθεί μεγάλη ποικιλία βλημάτων, όπως RIM-66M Standard, Tomahawk, κάθετα εκτοξευόμενοι ASROC (VLA) και ESSM.
Ο οπλισμός συμπληρώνεται με πυραύλους επιφανείας- επιφανείας Harpoon, δύο CIWS Phalanx (ένα σε νεώτερες εκδόσεις που φέρουν και ESSM), ένα πυροβόλο Mk-45 Mod1-4 των 127 mm, 2 πυροβόλα M242 Bushmaster των 25mm και δύο τριπλούς τορπιλοσωλήνες Mark 32. Μπορούν επίσης να εξυπηρετηθούν δύο ελικόπτερα Seahawk, αλλά στα πρώτα 28 πλοία της κλάσης δεν υπάρχει υπόστεγο ελικοπτέρου.
Η πρόωση εξασφαλίζεται από 4 αεριοστρόβιλους General Electric LM2500, που δίνουν μέγιστη ταχύτητα 31 κόμβων, ενώ με ταχύτητα 20 κόμβων επιτυγχάνεται ακτίνα 4.400 ναυτικών μιλίων. Το πλήρωμα απαρτίζεται από 303 ως 323 άτομα (αναλόγως έκδοσης).
Στο (φυσιολογικό) ερώτημα αν η προμήθεια σκαφών τέτοιας τάξεως μεγέθους (όπως συνηθίζεται να είναι τα εξειδικευμένα πλοία AAW γενικότερα) είναι ρεαλιστική από οικονομικής άποψης, ο νυν Α/ΓΕΕΘΑ, Ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης, είχε δηλώσει σε ανύποπτο χρόνο ως Α/ΓΕΝ πως είναι εντός των δυνατοτήτων του ΠΝ. Προφανώς, η απάντηση αφορούσε τόσο στα έξοδα υποδοχής, λειτουργίας και υποστήριξής τους, όσο και στον πλήρη εξοπλισμό τους με τα απαραίτητα κατευθυνόμενα βλήματα επιφανείας-αέρος.
Η δαπάνη για την προμήθεια των τελευταίων θα μπορούσε να καλυφθεί μέσω FMS Case, ενώ το ετήσιο κόστος λειτουργίας και υποστήριξης κάθε μονάδας, το οποίο το USN υπολόγιζε σε $44,4 εκατ. σε τιμές 2010 (45% υψηλότερο από αυτό μιας φρεγάτας κλάσης Oliver Hazard Perry [3]), θα ήταν σαφώς χαμηλότερο για το ΠΝ, λόγω της κατά πολύ μικρότερης δαπάνης μισθοδοσίας του πληρώματος (η οποία αποτελεί το 60% του συνολικού κόστους) και του χαμηλότερου κόστους καυσίμων, ανάλογου των λιγότερων ωρών πλεύσης [4].
Είναι αυτόδηλο πως πιθανή ευόδωση μιας τέτοιας προσπάθειας (στην καλύτερη περίπτωση από το 2018 και υπό την προϋπόθεση πως μέχρι τότε θα είναι εξασφαλισμένα τα στοιχειώδη -όπως η απρόσκοπτη υποστήριξη των υπαρχόντων πλοίων- και θα έχουν ολοκληρωθεί οι παραδόσεις των υπολοίπων πυραυλακάτων) θα αναβαθμίσει δραματικά τις επιχειρησιακές ικανοτήτες αντιαεροπορικού πολέμου του στόλου (ακόμη και στην περίπτωση των Flight I /II οι ικανότητες αυτές δεν αναιρούνται ούτε από την έλλειψη ικανότητας υποδοχής ελικοπτέρου ούτε από την ηλικία της τεχνολογίας των επεξεργαστών του συστήματος διεύθυνσης μάχης των αυτών εκδόσεων) ενώ θα επιφέρει αλυσιδωτές αλλαγές στη σύσταση των κυρίων μονάδων επιφανείας του στόλου, καθώς είναι βέβαιο πως θα οδηγήσει στην απόσυρση των τριών μη εκσυγχρονισμένων φρεγατών «S» (F464 ΚΑΝΑΡΗΣ, F465 ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ και F466 ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ ΦΩΚΑΣ), ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες επάνδρωσής τους (200 άτομα στις «S», έναντι 300 στα «Arleigh Burke»).
Επιπλέον, όπως μαθαίνουμε, η επιμονή του ΠΝ στα σκάφη αυτά έχει ήδη καθορίσει τον χρόνο και το εύρος του ΕΜΖ που θα υποβληθούν οι Meko 200HN. Προς ώρας μπορούμε να αποκαλύψουμε πως θα πρόκειται για έναν Lite εκσυγχρονισμό, ο οποίος συνδέεται άμεσα με τη ναυπήγηση των εναπομεινασών πυραυλακάτων κλάσης ΡΟΥΣΣΕΝ. Για όλα αυτά θα μιλήσουμε αναλυτικά σε προσεχές μας σημείωμα.
Σχετικές Ειδήσεις:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου