«Εδώ θα δείτε πράγματα που μάλλον μέχρι σήμερα γνωρίζετε μόνο από την Αλίκη στο Ναυτικό»
Ένας πλωτάρχης στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων αστειεύεται και σπάει τον πάγο, αφήνοντας για λίγο πίσω του την στρατιωτική σοβαρότητα στα πρώτα λεπτά της συνάντησής μας. Μόλις έχω αφήσει στην πύλη την ταυτότητά μου για να δω αμέσως μετά την μπάρα ασφαλείας ενός άβατου με μεγάλη ιστορία και σημασία για την πορεία της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας να σηκώνεται.
Περπατώντας την οδό Αιγαίου οι προτομές της Μπουμπουλίνας και του Κουντουριώτη, η μυρωδιά του ιωδίου, οι κάδοι απορριμάτων με την σφραγίδα ΣΝΔ, τα φτερουγίσματα των παπαγάλων και ο κρότος των κατάλευκων τακουνιών μιας γυναίκας με ασορτί ταγιέρ που με προσπερνά με κάνουν να συνειδητοποιήσω πως οι δόκιμοι του πολεμικού ναυτικού φοιτούν σε μια δημόσια σχολή ολοφάνερα διαφορετική από όλες τις υπόλοιπες.
Η ιστορία της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων ξεκινά το μακρινό 1845. Το σημερινό ανώτατο στρατιωτικό ίδρυμα δημιουργείται την περίοδο εκείνη με εντολή του τότε υπουργού των ναυτικών, Κωνσταντίνου Κανάρη.
Έπειτα από χρόνιες αναποδιές – απόρροια των ταραγμένων κοινωνικοπολιτικών συνθηκών της χώρας -, προστριβές μεταξύ ανωτάτων αξιωματικών της εποχής και συχνές μεταφορές της έδρας της από το ένα πολεμικό πλοίο στο άλλο, η σχολή ριζώνει οριστικά στην στεριά το έτος 1905, όταν εγκαινιάστηκε δηλαδή το Βασσάνειο Μέγαρο.
Δύο κανόνια στολίζουν παραπλεύρως την σκάλα που με οδηγεί προς το ψηλοτάβανο διοικητήριο με το περίτεχνο μωσαϊκό και τις κουρτίνες στολισμένες με άγκυρες που μου κρύβουν την θέα προς τα γραφεία των αξιωματικών.
Ένα δωμάτιο με τοίχους γεμάτους ασπρόμαυρες, κι ελαφρώς φθαρμένες από το χρόνο, φωτογραφίες που μαρτυρούν το μακρύ παρελθόν της σχολής, ήταν μάλλον το ιδανικό μέρος για να συναντήσω τον καθηγητή ναυτικής ιστορίας, Ζήση Φωτάκη, προκειμένου να μου εξηγήσει πως ένα μικρό σε έκταση κράτος με περιορισμένους αναδρομικά πόρους καταφέρνει να είναι μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις παγκοσμίως.
«Η ποιοτική παράμετρος που αντισταθμίζει την ποσοτική υστέρησή μας, είναι πως ό,τι δεν έχουμε σε πόρους και μέγεθος το αναπληρώνουμε με ποιότητα του στελεχιακού δυναμικού. Ιστορικά, έχουμε έρθει πολλές φορές αντιμέτωποι με την ανάγκη προάσπισης των συνόρων μας.
Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του ‘21 καθώς και κατά τον πρώτο αιώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας η ανάγκη αυτή ήταν διττή: να υπερασπιστούμε τα εδάφη που είχαμε και να απελευθερώσουμε όσα είχαν κατακτηθεί, όλα αυτά με πολύ λιγότερους πόρους από αυτούς που έχει η Ελλάδα της κρίσης σήμερα. Πως υπερβαίνεις λοιπόν αυτές τις δυσκολίες; Έχοντας στο δυναμικό σου ανθρώπους που ξέρουν τη θάλασσα, ανθρώπους που είναι γενναίοι και συνάμα καλοί επαγγελματίες και ανοιχτοί στις καινοτομίες.
Είμαστε το πρώτο ναυτικό που χρησιμοποίησε ατμοκίνητο πολεμικό πλοίο, από τους πρώτους που χρησιμοποιήσαμε υποβρύχια, οι πρώτοι που κάναμε επιχείρηση αεροναυτικής συνεργασίας. Οι Έλληνες διαπρέπουν επίσης στον τομέα της εμπορικής ναυτιλίας παρότι είναι το κατ’ εξοχήν επιχειρηματικό πεδίο στο οποίο διαφαίνεται εξαρχής το ρίσκο, πόσο μάλλον σε μια καπιταλιστική οικονομία και σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία όπως η σημερινή».
Στη χώρα/ χερσόνησο που περιβάλλεται από νησιά σε κάθε κατεύθυνση και διαθέτει αναρίθμητα φυσικά λιμάνια, η ακαδημαϊκή επιμόρφωση των δοκίμων βασίζεται σε ένα πλούσιο πρόγραμμα με μαθήματα που συνδυάζουν πολλές διαφορετικές γνώσεις, ξεκινώντας από τις κοινωνικές επιστήμες και τις οικονομικές σπουδές και φτάνοντας ως το ερευνητικό πεδίο των πολυτεχνικών σχολών. «Εδώ χτίζουμε ηγέτες, ένας ηγέτης πρέπει να γνωρίζει επαρκώς πολλά πράγματα και πεδία. Σε ένα μέσο ελληνικό πανεπιστήμιο διδάσκεις σε μια αίθουσα με τουλάχιστον εκατό φοιτητές, ενώ κάποιος μπορεί να δώσει το μάθημά σου στην εξεταστική χωρίς καν να έχει εικόνα του προσώπου σου. Εδώ, ένας καθηγητής κάνει μάθημα σε τάξεις των δεκαπέντε ατόμων, συνεπώς είναι αδύνατο να μη γνωρίζεις τις δεξιότητες του καθενός ξεχωριστά.
Επιπλέον, εκτός του ακαδημαϊκού προσωπικού η σχολή διαθέτει επιτηρητές που υποστηρίζουν τα προβλήματα της καθημερινότητας των δοκίμων ώστε να μην επηρεάζουν την επίδοσή τους στα μαθήματα, αφού όσο μεγάλη και αν είναι μια δυσκολία την φέρει κανείς ευκολότερα όταν βρίσκεται σε ένα ομαδικό περιβάλλον εντός του οποίου δημιουργούνται ισχυροί δεσμοί όμοιοι με εκείνους μιας οικογένειας», απαντά ο καθηγητής που βρίσκει ομοιότητες στη λειτουργία της σχολής που διδάσκει εδώ και περίπου πέντε χρόνια με εκείνη του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, από όπου έλαβε τον μεταπτυχιακό και διδακτορικό του τίτλο.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο πατώντας εδώ
Πηγή: popaganda.gr/ Της Ζωής Παρασίδη.
Φωτογραφίες: Άγγελος Χριστοφιλόπουλος/FOSPHOTOS
Ένας πλωτάρχης στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων αστειεύεται και σπάει τον πάγο, αφήνοντας για λίγο πίσω του την στρατιωτική σοβαρότητα στα πρώτα λεπτά της συνάντησής μας. Μόλις έχω αφήσει στην πύλη την ταυτότητά μου για να δω αμέσως μετά την μπάρα ασφαλείας ενός άβατου με μεγάλη ιστορία και σημασία για την πορεία της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας να σηκώνεται.
Περπατώντας την οδό Αιγαίου οι προτομές της Μπουμπουλίνας και του Κουντουριώτη, η μυρωδιά του ιωδίου, οι κάδοι απορριμάτων με την σφραγίδα ΣΝΔ, τα φτερουγίσματα των παπαγάλων και ο κρότος των κατάλευκων τακουνιών μιας γυναίκας με ασορτί ταγιέρ που με προσπερνά με κάνουν να συνειδητοποιήσω πως οι δόκιμοι του πολεμικού ναυτικού φοιτούν σε μια δημόσια σχολή ολοφάνερα διαφορετική από όλες τις υπόλοιπες.
Η ιστορία της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων ξεκινά το μακρινό 1845. Το σημερινό ανώτατο στρατιωτικό ίδρυμα δημιουργείται την περίοδο εκείνη με εντολή του τότε υπουργού των ναυτικών, Κωνσταντίνου Κανάρη.
Έπειτα από χρόνιες αναποδιές – απόρροια των ταραγμένων κοινωνικοπολιτικών συνθηκών της χώρας -, προστριβές μεταξύ ανωτάτων αξιωματικών της εποχής και συχνές μεταφορές της έδρας της από το ένα πολεμικό πλοίο στο άλλο, η σχολή ριζώνει οριστικά στην στεριά το έτος 1905, όταν εγκαινιάστηκε δηλαδή το Βασσάνειο Μέγαρο.
Δύο κανόνια στολίζουν παραπλεύρως την σκάλα που με οδηγεί προς το ψηλοτάβανο διοικητήριο με το περίτεχνο μωσαϊκό και τις κουρτίνες στολισμένες με άγκυρες που μου κρύβουν την θέα προς τα γραφεία των αξιωματικών.
Ένα δωμάτιο με τοίχους γεμάτους ασπρόμαυρες, κι ελαφρώς φθαρμένες από το χρόνο, φωτογραφίες που μαρτυρούν το μακρύ παρελθόν της σχολής, ήταν μάλλον το ιδανικό μέρος για να συναντήσω τον καθηγητή ναυτικής ιστορίας, Ζήση Φωτάκη, προκειμένου να μου εξηγήσει πως ένα μικρό σε έκταση κράτος με περιορισμένους αναδρομικά πόρους καταφέρνει να είναι μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές δυνάμεις παγκοσμίως.
«Η ποιοτική παράμετρος που αντισταθμίζει την ποσοτική υστέρησή μας, είναι πως ό,τι δεν έχουμε σε πόρους και μέγεθος το αναπληρώνουμε με ποιότητα του στελεχιακού δυναμικού. Ιστορικά, έχουμε έρθει πολλές φορές αντιμέτωποι με την ανάγκη προάσπισης των συνόρων μας.
Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του ‘21 καθώς και κατά τον πρώτο αιώνα της ελληνικής ανεξαρτησίας η ανάγκη αυτή ήταν διττή: να υπερασπιστούμε τα εδάφη που είχαμε και να απελευθερώσουμε όσα είχαν κατακτηθεί, όλα αυτά με πολύ λιγότερους πόρους από αυτούς που έχει η Ελλάδα της κρίσης σήμερα. Πως υπερβαίνεις λοιπόν αυτές τις δυσκολίες; Έχοντας στο δυναμικό σου ανθρώπους που ξέρουν τη θάλασσα, ανθρώπους που είναι γενναίοι και συνάμα καλοί επαγγελματίες και ανοιχτοί στις καινοτομίες.
Είμαστε το πρώτο ναυτικό που χρησιμοποίησε ατμοκίνητο πολεμικό πλοίο, από τους πρώτους που χρησιμοποιήσαμε υποβρύχια, οι πρώτοι που κάναμε επιχείρηση αεροναυτικής συνεργασίας. Οι Έλληνες διαπρέπουν επίσης στον τομέα της εμπορικής ναυτιλίας παρότι είναι το κατ’ εξοχήν επιχειρηματικό πεδίο στο οποίο διαφαίνεται εξαρχής το ρίσκο, πόσο μάλλον σε μια καπιταλιστική οικονομία και σε μια παγκοσμιοποιημένη κοινωνία όπως η σημερινή».
Στη χώρα/ χερσόνησο που περιβάλλεται από νησιά σε κάθε κατεύθυνση και διαθέτει αναρίθμητα φυσικά λιμάνια, η ακαδημαϊκή επιμόρφωση των δοκίμων βασίζεται σε ένα πλούσιο πρόγραμμα με μαθήματα που συνδυάζουν πολλές διαφορετικές γνώσεις, ξεκινώντας από τις κοινωνικές επιστήμες και τις οικονομικές σπουδές και φτάνοντας ως το ερευνητικό πεδίο των πολυτεχνικών σχολών. «Εδώ χτίζουμε ηγέτες, ένας ηγέτης πρέπει να γνωρίζει επαρκώς πολλά πράγματα και πεδία. Σε ένα μέσο ελληνικό πανεπιστήμιο διδάσκεις σε μια αίθουσα με τουλάχιστον εκατό φοιτητές, ενώ κάποιος μπορεί να δώσει το μάθημά σου στην εξεταστική χωρίς καν να έχει εικόνα του προσώπου σου. Εδώ, ένας καθηγητής κάνει μάθημα σε τάξεις των δεκαπέντε ατόμων, συνεπώς είναι αδύνατο να μη γνωρίζεις τις δεξιότητες του καθενός ξεχωριστά.
Επιπλέον, εκτός του ακαδημαϊκού προσωπικού η σχολή διαθέτει επιτηρητές που υποστηρίζουν τα προβλήματα της καθημερινότητας των δοκίμων ώστε να μην επηρεάζουν την επίδοσή τους στα μαθήματα, αφού όσο μεγάλη και αν είναι μια δυσκολία την φέρει κανείς ευκολότερα όταν βρίσκεται σε ένα ομαδικό περιβάλλον εντός του οποίου δημιουργούνται ισχυροί δεσμοί όμοιοι με εκείνους μιας οικογένειας», απαντά ο καθηγητής που βρίσκει ομοιότητες στη λειτουργία της σχολής που διδάσκει εδώ και περίπου πέντε χρόνια με εκείνη του πανεπιστημίου της Οξφόρδης, από όπου έλαβε τον μεταπτυχιακό και διδακτορικό του τίτλο.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο πατώντας εδώ
Πηγή: popaganda.gr/ Της Ζωής Παρασίδη.
Φωτογραφίες: Άγγελος Χριστοφιλόπουλος/FOSPHOTOS
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου