Τα νέα υποβρύχια του Πολεμικού Ναυτικού είναι γνωστά σε όλο τον Μεσογειακό κόσμο για την υψηλή απόδοσή τους. Αυτό όμως, δεν οφείλεται στα όπλα που αυτά μεταφέρουν.
Διαθέτουν προηγμένα οπλικά συστήματα και μέσα εντοπισμού στόχων σε μεγάλες αποστάσεις.
Επειδή όμως από επιχειρησιακής απόψεως ένα σύστημα δεν θεωρείται ολοκληρωμένο αν δεν διαθέτει τα κατάλληλα όπλα - στην συγκεκριμένη περίπτωση τα υπερσύγχρονα υποβρύχια (Υ/Β) του ΠΝ δεν θα μπορούν να εκμεταλλευτούν τις επιχειρησιακές δυνατότητες τους χωρίς την αυτονόητη διαθεσιμότητα σύγχρονων τορπιλών.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες τα οπλικά συστήματα που έχουν ήδη εγκατασταθεί στα υπό παραλαβή Υ/Β του ΠΝ έχουν δυνατότητα να βάλλουν μόνον συγκεκριμένου τύπου και χώρας σύγχρονες τορπίλες (T/Λ), ενώ εκτιμάται ότι θα απαιτηθεί αύξηση του συμβατικού κόστους προκειμένου τα οπλικά αυτά συστήματα να είναι συμβατά και με άλλου βαρέους τύπου T/Λ.
Το κύριο όπλο των Υ/Β κλάσης 214 είναι T/Λ τυποποιημένου διαμετρήματος 533 χιλιοστών. Οι T/Λ δεν βάλλονται πλέον μέσα από τον τορπιλοσωλήνα, αλλά πρώτα, με την βοήθεια της πίεσης, αποβάλλονται έξω από τον τορπιλοσωλήνα. Η μέθοδος αυτή δεν επιτρέπει τον εντοπισμό του υποβρυχίου κατά την στιγμή της βολής. Οι τορπιλοσωλήνες είναι ασύμμετρα τοποθετημένα, λόγω έλλειψης χώρου. Το υποβρύχιο μπορεί να μεταφέρει ένα σύνολο από 12 T/Λ του τύπου DM2A4. Αυτός ο τύπος, ο οποίος βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, καθοδηγείται από μια οπτική ίνα και είναι ηλεκτροκίνητος. Εναλλακτικά, τα Υ/Β κλάσης 214 μπορούν να εξοπλιστούν και με έως 24 νάρκες. Οι βαρέος τύπου T/Λ χρησιμοποιούνται κυρίως για την καταπολέμηση των μονάδων επιφανείας.
Υποβρύχια όπλα για τα υποβρύχια του ΠΝ - Τορπίλη DM 2Α4
Η λέξη «τορπέντο» προέρχεται από τη λατινική, είναι η επιστημονική ονομασία για την «τορπίλη» (είδος ψαριού), η οποία μπορεί να παραλύσει το θήραμά της με ηλεκτρικές εκκενώσεις. Η «νάρκη», η οποία μετονομάστηκε από τους Ρωμαίους σε «τορπίλη», έδωσε μεταγενέστερα το όνομά της στο διάσημο υποβρύχιο όπλο. Ο Αμερικανός μηχανικός Ρόμπερτ Φούλτον ήταν ένας από τους πρώτους που χρησημοποίησε την ορολογία για αυτού του είδους υποθαλάσσιας μεταφοράς ενός εκρηκτικού φορτίου.
Σήμερα οι T/Λ είναι στην πραγματικότητα αυτόνομα υποβρύχια οχήματα. Γενικά χωρίζονται σε βαριές και ελαφριές, και στη συνέχεια διακρίνονται από τον τρόπο κατεύθυνσης. Οι βαριές T/Λ είναι σημαντικά μεγαλύτερες από τις ελαφριές, οι οποίες χρησιμοποιούνται κυρίως από τον αέρα με ελικόπτερα ή αεροσκάφη, για την καταπολέμηση των Υ/Β του εχθρού.
Οι βαριές T/Λ χρησιμοποιούνται σήμερα ως επί το πλείστον από τα Υ/Β, κυρίως για την καταπολέμηση των μονάδων επιφανείας. Χαρακτηρίζονται από την τεράστια εκρηκτική τους δύναμη που είναι σε θέση να βυθίσει τα εχθρικά πλοία.
Ως μέρος μιας σειράς άρθρων, αρχής γενομένης με το θέμα αυτό, θα συνεχίσουμε με τις σημειώσεις σχετικά με τον μελλοντικό εξοπλισμό του στόλου των Υ/Β του ΠΝ.
Η ιστορία της T/Λ DM 2Α4 πηγαίνει πίσω στο τέλος της δεκαετίας του '60 του περασμένου αιώνα, όταν αποφασίστηκε να τροποποιηθεί η T/Λ DM 2 με αυτόν τον τρόπο ώστε να καταστεί δυνατός μετά το 1974 ο εξοπλισμός των Υ/Β κλάσης U206 - T/Λ DM 2A1.
Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '70 αποφασίστηκε να συνεχίσει την ανάπτυξη η DM 2Α1 σε δύο στάδια για να καταστεί μια T/Λ υψηλής απόδοσης. Αρχικά αναπτύχθηκε η DM 2Α3 και ενσωματώθηκε στα Υ/Β της κλάσης U 206Α. Το δεύτερο βήμα έχει πλέον ολοκληρωθεί με την παράδοση των υπόλοιπων T/Λ της σειράς DM 2A4 από τα μέσα του 2011.
T/Λ DM 2Α1
Η 2Α1 DM είναι μια ολοκληρωμένη έκδοση του προδρόμου μοντέλου DM 2. Η 2Α1 είχε προβλεφθεί για χρήση από Υ/Β και ταχύπλοα κατά στόχων επιφανείας. Πρόκειται για την πρώτη σύγχρονη βαρέως τύπου T/Λ που κατασκευάστηκε μεταπολεμικά στη Γερμανία και εισήχθη σε λειτουργία στο τότε Ομοσπονδιακό Ναυτικό. Η παραγωγή σειράς έλαβε χώρα το διάστημα 1974 έως 1977.
T/Λ 2Α3 για τα Υ/Β της κλάσης U 206Α
Από τη δεκαετία του '80 ξεκίνησαν οι εργασίες για την μετατροπή της 2Α1 σε ένα όπλο διττού σκοπού, για την καταπολέμηση υποβρυχίων στόχων και στόχων επιφανείας. Ο στόχος ήταν κυρίως να αυξηθεί η πιθανότητα επιτυχίας αυτής της T/Λ . Για το σκοπό αυτό αναπτύχθηκε εκ νέου το σόναρ και η αυτοματοποιημένη μέθοδος ελέγχου της, και εφαρμόστηκε με την παραγωγή σειράς των T/Λ 2A3.
Η κεφαλή, αντί της περιστρεφόμενης βάσης στην DM 2Α1, είναι τώρα μια «σύμμορφη συστοιχία» που παρέχει την κατάλληλη επεξεργασία του σήματος σόναρ. Το λογισμικό του συστήματος διεύθυνσης, σταθεροποίησης και πλοήγησης έχει πλήρως επανασχεδιαστεί προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανεξάρτητη λειτουργία μετά την βολή της. Για το λόγο αυτό επανασχεδιάστηκαν τα ηλεκτρονικά με τον επεξεργαστή και τον δίαυλο δεδομένων και βελτιώθηκε το σύστημα αναφοράς θέσης. Τα σύνθετα προγράμματα πλοήγησης και επίθεσης εγγυώνται την πιθανότητα επιτυχίας και σε κρίσιμες καταστάσεις μάχης (χρήση αντιμέτρων παραγωγής σημάτων παρεμβολής ψευδοστόχων ή πολλαπλοί στόχοι). Εδώ, από την πλευρά του χειριστή απαιτήθηκε ένας επαναπροσανατολισμός σε σχέση με το σύστημα διεύθυνσης.
Διαβάστε ολόκληρο το σχετικό άρθρο που δημοσιεύει η ιστοσελίδα defencenews.gr πατώντας εδώ
Πηγή: www.defencenews.gr/
Διαθέτουν προηγμένα οπλικά συστήματα και μέσα εντοπισμού στόχων σε μεγάλες αποστάσεις.
Επειδή όμως από επιχειρησιακής απόψεως ένα σύστημα δεν θεωρείται ολοκληρωμένο αν δεν διαθέτει τα κατάλληλα όπλα - στην συγκεκριμένη περίπτωση τα υπερσύγχρονα υποβρύχια (Υ/Β) του ΠΝ δεν θα μπορούν να εκμεταλλευτούν τις επιχειρησιακές δυνατότητες τους χωρίς την αυτονόητη διαθεσιμότητα σύγχρονων τορπιλών.
Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες τα οπλικά συστήματα που έχουν ήδη εγκατασταθεί στα υπό παραλαβή Υ/Β του ΠΝ έχουν δυνατότητα να βάλλουν μόνον συγκεκριμένου τύπου και χώρας σύγχρονες τορπίλες (T/Λ), ενώ εκτιμάται ότι θα απαιτηθεί αύξηση του συμβατικού κόστους προκειμένου τα οπλικά αυτά συστήματα να είναι συμβατά και με άλλου βαρέους τύπου T/Λ.
Το κύριο όπλο των Υ/Β κλάσης 214 είναι T/Λ τυποποιημένου διαμετρήματος 533 χιλιοστών. Οι T/Λ δεν βάλλονται πλέον μέσα από τον τορπιλοσωλήνα, αλλά πρώτα, με την βοήθεια της πίεσης, αποβάλλονται έξω από τον τορπιλοσωλήνα. Η μέθοδος αυτή δεν επιτρέπει τον εντοπισμό του υποβρυχίου κατά την στιγμή της βολής. Οι τορπιλοσωλήνες είναι ασύμμετρα τοποθετημένα, λόγω έλλειψης χώρου. Το υποβρύχιο μπορεί να μεταφέρει ένα σύνολο από 12 T/Λ του τύπου DM2A4. Αυτός ο τύπος, ο οποίος βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, καθοδηγείται από μια οπτική ίνα και είναι ηλεκτροκίνητος. Εναλλακτικά, τα Υ/Β κλάσης 214 μπορούν να εξοπλιστούν και με έως 24 νάρκες. Οι βαρέος τύπου T/Λ χρησιμοποιούνται κυρίως για την καταπολέμηση των μονάδων επιφανείας.
Υποβρύχια όπλα για τα υποβρύχια του ΠΝ - Τορπίλη DM 2Α4
Η λέξη «τορπέντο» προέρχεται από τη λατινική, είναι η επιστημονική ονομασία για την «τορπίλη» (είδος ψαριού), η οποία μπορεί να παραλύσει το θήραμά της με ηλεκτρικές εκκενώσεις. Η «νάρκη», η οποία μετονομάστηκε από τους Ρωμαίους σε «τορπίλη», έδωσε μεταγενέστερα το όνομά της στο διάσημο υποβρύχιο όπλο. Ο Αμερικανός μηχανικός Ρόμπερτ Φούλτον ήταν ένας από τους πρώτους που χρησημοποίησε την ορολογία για αυτού του είδους υποθαλάσσιας μεταφοράς ενός εκρηκτικού φορτίου.
Σήμερα οι T/Λ είναι στην πραγματικότητα αυτόνομα υποβρύχια οχήματα. Γενικά χωρίζονται σε βαριές και ελαφριές, και στη συνέχεια διακρίνονται από τον τρόπο κατεύθυνσης. Οι βαριές T/Λ είναι σημαντικά μεγαλύτερες από τις ελαφριές, οι οποίες χρησιμοποιούνται κυρίως από τον αέρα με ελικόπτερα ή αεροσκάφη, για την καταπολέμηση των Υ/Β του εχθρού.
Οι βαριές T/Λ χρησιμοποιούνται σήμερα ως επί το πλείστον από τα Υ/Β, κυρίως για την καταπολέμηση των μονάδων επιφανείας. Χαρακτηρίζονται από την τεράστια εκρηκτική τους δύναμη που είναι σε θέση να βυθίσει τα εχθρικά πλοία.
Ως μέρος μιας σειράς άρθρων, αρχής γενομένης με το θέμα αυτό, θα συνεχίσουμε με τις σημειώσεις σχετικά με τον μελλοντικό εξοπλισμό του στόλου των Υ/Β του ΠΝ.
Η ιστορία της T/Λ DM 2Α4 πηγαίνει πίσω στο τέλος της δεκαετίας του '60 του περασμένου αιώνα, όταν αποφασίστηκε να τροποποιηθεί η T/Λ DM 2 με αυτόν τον τρόπο ώστε να καταστεί δυνατός μετά το 1974 ο εξοπλισμός των Υ/Β κλάσης U206 - T/Λ DM 2A1.
Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του '70 αποφασίστηκε να συνεχίσει την ανάπτυξη η DM 2Α1 σε δύο στάδια για να καταστεί μια T/Λ υψηλής απόδοσης. Αρχικά αναπτύχθηκε η DM 2Α3 και ενσωματώθηκε στα Υ/Β της κλάσης U 206Α. Το δεύτερο βήμα έχει πλέον ολοκληρωθεί με την παράδοση των υπόλοιπων T/Λ της σειράς DM 2A4 από τα μέσα του 2011.
T/Λ DM 2Α1
Η 2Α1 DM είναι μια ολοκληρωμένη έκδοση του προδρόμου μοντέλου DM 2. Η 2Α1 είχε προβλεφθεί για χρήση από Υ/Β και ταχύπλοα κατά στόχων επιφανείας. Πρόκειται για την πρώτη σύγχρονη βαρέως τύπου T/Λ που κατασκευάστηκε μεταπολεμικά στη Γερμανία και εισήχθη σε λειτουργία στο τότε Ομοσπονδιακό Ναυτικό. Η παραγωγή σειράς έλαβε χώρα το διάστημα 1974 έως 1977.
T/Λ 2Α3 για τα Υ/Β της κλάσης U 206Α
Από τη δεκαετία του '80 ξεκίνησαν οι εργασίες για την μετατροπή της 2Α1 σε ένα όπλο διττού σκοπού, για την καταπολέμηση υποβρυχίων στόχων και στόχων επιφανείας. Ο στόχος ήταν κυρίως να αυξηθεί η πιθανότητα επιτυχίας αυτής της T/Λ . Για το σκοπό αυτό αναπτύχθηκε εκ νέου το σόναρ και η αυτοματοποιημένη μέθοδος ελέγχου της, και εφαρμόστηκε με την παραγωγή σειράς των T/Λ 2A3.
Η κεφαλή, αντί της περιστρεφόμενης βάσης στην DM 2Α1, είναι τώρα μια «σύμμορφη συστοιχία» που παρέχει την κατάλληλη επεξεργασία του σήματος σόναρ. Το λογισμικό του συστήματος διεύθυνσης, σταθεροποίησης και πλοήγησης έχει πλήρως επανασχεδιαστεί προκειμένου να καταστεί δυνατή η ανεξάρτητη λειτουργία μετά την βολή της. Για το λόγο αυτό επανασχεδιάστηκαν τα ηλεκτρονικά με τον επεξεργαστή και τον δίαυλο δεδομένων και βελτιώθηκε το σύστημα αναφοράς θέσης. Τα σύνθετα προγράμματα πλοήγησης και επίθεσης εγγυώνται την πιθανότητα επιτυχίας και σε κρίσιμες καταστάσεις μάχης (χρήση αντιμέτρων παραγωγής σημάτων παρεμβολής ψευδοστόχων ή πολλαπλοί στόχοι). Εδώ, από την πλευρά του χειριστή απαιτήθηκε ένας επαναπροσανατολισμός σε σχέση με το σύστημα διεύθυνσης.
Διαβάστε ολόκληρο το σχετικό άρθρο που δημοσιεύει η ιστοσελίδα defencenews.gr πατώντας εδώ
Πηγή: www.defencenews.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου