22 Δεκεμβρίου 2014

Ο πειθαρχικός έλεγχος στις Ε.Δ. και η αντιμετώπιση του από το δίκαιο – Η προστασία διοίκησης και διοικούμενου - Μέρος ΄Β (Άρθρο του Γεωργίου Αλεξανδράκη, Αξιωματικός Π.Ν.)


Σε συνέχεια του Α' Μέρους το οποίο δημοσιεύθηκε χθες (δείτε εδώ). 

Β’ ΜΕΡΟΣ

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ

Οι υποχρεώσεις εκ των Συνταγματικών Αρχών και των Νόμων του εκάστοτε Διοικητή / Διευθυντή / Κυβερνήτη σε ό,τι αφορά τον Πειθαρχικό Έλεγχο κατά των υπό αυτού διοικουμένων είναι:
α. Να ασκεί χρηστή διοίκηση, δηλαδή να σέβεται την προστασία των δικαιωμάτων του διοικουμένου και να λειτουργεί με επιείκεια και εντιμότητα, καθώς και να μην εκμεταλλεύεται το διοικούμενο ή ακόμη περισσότερο να δημιουργεί καταστάσεις πλάνης, απάτης ή απειλής του. Να μην λέει δηλαδή άλλα, με κλειστή την πόρτα και σε μια ΕΔΕ να ορκίζεται ότι είχε πει άλλα….η Πολιτεία δεν χρειάζεται αυτόν τον Αξιωματικό. Αξιωματικός σημαίνει ακεραιότητα ήθους και συμβολίζει την τέλεια ανθρώπινη δομή και υπόσταση.
β. Το παράπτωμα να είναι ορισμένο κατά τόπο, χρόνο και πράξη η οποία να προβλέπεται ακριβώς, ως παράβαση, σε οικεία διαταγή. Αξιολογικές έννοιες και γενικότητες / αοριστίες που αξιώνουν ποινή του τύπου «κοίταξε ειρωνικά τον Διοικητή» ή «διάγει
αφελώς» ή «συμπεριφέρεται απρεπώς» ή «εκτέλεσε πλημμελώς τα καθήκοντά του», είναι απαράδεκτες για τον Ελληνοευρωπαϊκό Πολιτισμό και Δίκαιο τα οποία κατατάσσουν τέτοιες ενέργειες στον αναπτυσσόμενο τρίτο κόσμο, τον οποίο ο Αξιωματικός βοηθά, βεβαίως, αλλά δεν υιοθετεί ασμίλευτες και πρωτόγονες τριτοκοσμικές τακτικές κατά του προσωπικού του. Το προσωπικό ΔΕΝ του ανήκει….αυτό που του «ανήκει» είναι η διοικητική τους ευπείθεια….είναι Έλληνες κάτω από δικό τους όρκο για την προαγωγή του Έθνους και βεβαίως κάτω από τις ορθές / αμερόληπτες / έντιμες διαταγές του Διοικητή / Κυβερνήτη.
γ. αναλογικότητα, δηλαδή της επιλογής μέσων ανάλογων προς τον επιδιωκόμενο σκοπό, ο οποίος δεν πρέπει να είναι η εκδίκηση αλλά σκοπός του υπηρεσιακού / δημοσίου / Εθνικού συμφέροντος. Άρα η υποκειμενική αντίληψη και αξιολόγηση περιορίζεται από των ως άνω Συνταγματική Αρχή.
δ. να διοικεί με αμεροληψία, δηλαδή χωρίς προσωπικές επιβουλές και ροπές προς την κατεύθυνση τελικού άδικου αποτελέσματος και χωρίς εμπάθεια και προκατάληψη έναντι του διοικούμενου. Όπως είπαμε, ο Αξιωματικός δεν έχει κατώτερα ένστικτα και αισθήματα.
ε. αιτιολόγηση των αποφάσεών του, όταν πρόκειται για δυσμενή διοικητική πράξη (π.χ. επιβολή ποινής), δηλαδή να απαντά αφενός σε όλους τους ισχυρισμούς του εγκαλουμένου εξηγώντας γιατί δεν ευσταθούν και να στοιχειοθετεί / υπαγάγει (να «παντρεύει» δηλαδή) σε κανόνες δικαίου το δυσμενές αποτέλεσμα. (Βλ. παρακάτω ανάλυση).
Στο ως άνω υπό (ε) απαιτείται και η περισσότερη προσοχή καθώς, πλέον, έχει κατοχυρωθεί στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και ειδικότερα στο άρθρο 41 παρ. 2 περ. α΄ το δικαίωμα κάθε προσώπου σε προηγούμενη ακρόαση, πριν να ληφθεί ατομικό μέτρο εις βάρος του και υλοποιείται με τις εξής αξιώσεις του διοικουμένου προς τη διοίκηση:
1) την αξίωση του ενδιαφερομένου για έγγραφη κλήση,
2) την αξίωση ενημέρωσης του ενδιαφερομένου από το αρμόδιο όργανο σχετικά με την επίμαχη υπόθεση, η οποία μπορεί να οδηγήσει στη λήψη δυσμενούς μέτρου σε βάρος του,
3) την αξίωση του ενδιαφερομένου για λυσιτελή και αποτελεσματική διατύπωση των απόψεών του και
4) την αξίωση του ενδιαφερομένου να ληφθούν υπόψη οι ισχυρισμοί που διατύπωσε.  
Επισημαίνεται ότι Από την 1η Δεκεμβρίου 2009, ο Χάρτης έχει πλέον  νομικά σκληρό δεσμευτικό χαρακτήρα: το άρθρο 6 παράγραφος 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) ορίζει πλέον ότι «η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώματα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο οποίος θα έχει το ίδιο νομικό κύρος με τις Συνθήκες». Κατά συνέπεια, ο Χάρτης συνιστά πρωτογενές δίκαιο, υπέρτερης ισχύος, της ΕΕ και, ως εκ τούτου, στοιχειοθετεί πυλώνα για την υπόσταση του δευτερογενούς δικαίου της ΕΕ και των εθνικών κανόνων.

Ποιο είναι όμως το νόημα όλων των παραπάνω;

Είναι απλούστατο….με την αιτιολογημένη δυσμενή πράξη (π.χ. επιβολή ποινής ή απόρριψη προσφυγής σε κάποιο βαθμό), ελέγχεται η ύπαρξη της δίκαιης βάσης κάτω από την δυσμενή πράξη καθώς και η διοικητική επάρκεια του Διοικητή. Χωρίς την αιτιολογία και την υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών στους σχετικούς αποτρεπτικούς διοικητικούς κανόνες με γνώμονα, ως προελέχθη, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η εκάστοτε ποινή ή απόρριψη θα μπορεί, δικαιωματικά, να θεωρηθεί από τον καθένα ως ένα «καπρίτσιο» του επιβάλλοντος την ποινή, και ο εκδίδων την πράξη αυτή εκτός από «προσβολέας του αισθήματος δικαίου» να χαρακτηριστεί διοικητικά ανεπαρκής και επίορκος καθώς, ειδικά για τους Αξιωματικούς, ο όρκος και οι Διατάξεις δεν αφήνουν περιθώρια απόκλισης αφού επιτάσσουν «κάθε ενέργεια να οδηγείται, πρωτίστως, από τις επιταγές του Συντάγματος και των Νόμων». (π.χ. Κεφ.12 και 13 Διατάξεις Π.Ν.)

Θα ρωτούσε ένας Διοικητής…..

«…πρέπει να μάθω νομικά για να ασκήσω τα καθήκοντά μου;;; εγώ μόνο τις διαταγές της Υπηρεσίας μου ξέρω (Πάγιες, Μόνιμες κλπ…κλπ…) και τις ξέρω και καλά….» Η απάντηση δίνεται από το Αξίωμα ότι «άγνοια νόμου δεν συγχωρείται». Δηλαδή, υφίσταται η απαίτηση ότι όποιος θέλει να ασκεί διοίκηση να είναι έτοιμος να διοικήσει με όλες τις συνέπειες. Αλλιώς να κάνει γνωστό στους ανωτέρους του ότι δεν έχει διάθεση να κουραστεί μαθαίνοντας τα απαραίτητα νομικά εργαλεία που θα τον κάνει έντιμο όταν «επί ανθρώπων άρχει» και να παραδώσει καθήκοντα.
Από την άλλη μεριά όμως, οι ίδιες οι διαταγές, οι οποίες αποτελούν και αυτές διοικητικές πράξεις, οφείλουν να έχουν εκδοθεί κατά την ορθή βουλητική έκφραση της Πολιτείας και να αυτοπεριορίζονται ενώπιον ανωτέρων Νομοθετημάτων που ρυθμίζουν όμοια πεδία, αλλιώς υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να «καίγονται» Αξιωματικοί οι οποίοι είναι πιθανόν να μην έχουν και δόλο σε ενδεχόμενο νομικό εκτροχιασμό τους.
Επιπροσθέτως και επικουρικώς των ανωτέρω, ο εκάστοτε, αποδίδων δικαιοσύνη, Διοικητής, μπορεί – σε υφιστάμενη αμφιβολία –  να πάρει την γνώμη του πλησιέστερου Αξιωματικού του Σώματος Νομικών Συμβούλων, τους οποίους η Υπηρεσία έχει τοποθετήσει σε σχετικές θέσεις.
Για παράδειγμα, δεν μπορεί να γίνει επίκληση από διοικητικά όργανα και μάλιστα ενώπιον Δικαστηρίων, της Πάγιας Διαταγής 4-26/2008/ΓΕΣ/1οΕΓ για θέματα τοποθετήσεων προσωπικού μετά από άδεια κυήσεως την στιγμή που με το άρθρο 19 , παρ.4, της Υ.Α. ΥΕΘΑ υπ’αριθ Φ.411/253437/Σ.2358/1 Ιουλ 2013/ΓΕΕΘΑ/Β΄ΚΛ/Β1 (ΦΕΚ Β΄1631/1-7-2013) ακυρώνεται κάθε Πάγια Διαταγή των Γενικών Επιτελείων που ρυθμίζει τα ίδια θέματα (όπως η προαναφερόμενη Υ.Α.) καθώς θα είναι άκυρη και θα χωρεί αξιολόγηση προς κάθε κατεύθυνση των εμπλεκομένων διοικητικών οργάνων που εφαρμόζουν το μέρος της άκυρης διαταγής προς περιορισμό του από την Πολιτεία παρεχόμενου δικαιώματος στις νέες μητέρες.
Άλλο παράδειγμα: Θέλει ο Διοικητής / Κυβερνήτης να τιμωρήσει τον «κοιμώμενο σκοπό». Πως γίνεται εντελώς νόμιμα η διαδικασία;; Την κωδικοποιούμε για αναγνωστική ευκολία.
α.         Διαπίστωση από κάποιο όργανο του παραπτώματος το οποίο και αναφέρει στην Διοίκηση. Έναρξη πειθαρχικού ελέγχου.
β.         Στοιχειοθέτηση εγγράφου κλήσεως σε απολογία. Στο σώμα του εγγράφου αναφέρονται τα σχετικά που προβλέπουν την διαδικασία και στο κείμενο αναφέρουμε τον τόπο, χρόνο που έγινε το παράπτωμα καθώς και σε ποιον κανόνα δικαίου προβλέπεται ο έλεγχος και η τυχόν επικείμενη τιμώρησή του. Χορηγούμε 5θήμερη προθεσμία για να ετοιμαστεί «αμυντικά» ο διωκόμενος. Αναφέρουμε απαραιτήτως τα δικαιώματα άμυνας που έχει ο διωκόμενος (π.χ. για λήψη όλων των εγγράφων που στοιχειοθετούν το αδίκημα, να λάβει αντίγραφα της διαδικασίας)
γ.         Επιδίδουμε το έγγραφο και από την επομένη ημέρα αρχίζει να μετράει η προθεσμία, η οποία αναστέλλεται ΑΝ ο εγκαλούμενος / διωκόμενος ζητήσει αντίγραφα ή άλλα στοιχεία για να στοιχειοθετήσει την άμυνά του. Η μη αναστολή είναι πράξη μη Χρηστής Διοικήσεως (ανέντιμη), την οποία χρεώνεται ο Διοικητής / Κυβερνήτης και γενικότερα ο έχων το πρόσταγμα.
δ.         Με την χορήγηση από την διοίκηση των αντιγράφων που αιτήθηκε ο εγκαλούμενος / διωκόμενος ξαναμετράει η προθεσμία από την επόμενη μέρα.
ε.         Λαμβάνεται η απολογία / διοικητική ακρόαση του διωκόμενου στην οποία ανιχνεύουμε αν υπάρχει παραδοχή, μερική παραδοχή ή άρνηση.
στ.       Σε περίπτωση παραδοχής επιβάλλεται μια ανάλογη ποινή (με την αρχή της αναλογικότητας όπως εξηγήθηκε) με τυχόν επιμέτρηση ή μη ανάλογα με τα υφιστάμενα έγγραφα υπέρ ή κατά της συμπεριφοράς του εγκαλουμένου / διωκομένου. Αλλιώς, δηλαδή, θα τιμωρηθεί αυτός στον οποίο έχει εγγράφως γίνει παρατήρηση / επίπληξη για όμοιο παράπτωμα και αλλιώς ο συλληφθείς για πρώτη φορά.
ζ.         Σε περίπτωση μερικής παραδοχής ή άρνησης, ο Διοικητής / Κυβερνήτης (ή Ύπαρχος αν έχει εκχωρηθεί η σχετική εξουσία), ανιχνεύει τους ισχυρισμούς που επικαλείται ο διοικούμενος και απαντά αυτούς έναν προς έναν για το υποστατό ή μη αυτών το οποίο, εννοείται, θα στηρίζεται είτε σε κανόνες δικαίου είτε σε μαρτυρίες (ένορκες ή άτυπες)
η.         Μετά από αυτά επιβάλλεται ή όχι ποινή εξηγώντας, σε περίπτωση επιβολής ποινής, τα υπό (ζ), δηλαδή, για παράδειγμα:«..επί του ισχυρισμού σας ότι είσασταν ιδιαίτερα κουρασμένος, σας γνωρίζεται ότι αυτός δεν ευσταθεί καθώς είχατε την επιλογή να ξεκουραστείτε γνωρίζοντας την νυκτερινή υπηρεσία σας και παρά ταύτα επιλέξατε να ασχοληθείτε με επιτραπέζια παίγνια στο Κέντρο Ψυχαγωγίας Μονάδος…κλπ…κλπ…»  Άλλο παράδειγμα: «….σας γνωρίζεται ότι ο ισχυρισμός σας ότι είσασταν ιδιαίτερα κουρασμένος από ολοήμερη εργασία αρμένων για συντήρηση πλευράς πλοίου και στην συνέχεια βαφή καταστρωμάτων χωρίς ανάπαυλα, γίνεται δεκτός καθώς προέκυψε η βασιμότητα αυτού και ως εκ τούτου η υπόθεση τίθεται στο αρχείο».
Τώρα, αν η διαδικασία προβλέπει προφορική διαδικασία, ή λήψη απολογίας σε συγκεκριμένο βιβλίο Ποινών – όπως αυτό που προβλέπουν οι Διατάξεις Π.Ν. – και ο διοικούμενος καταθέσει έγγραφη απολογία περί του αποδιδομένου σε αυτόν παράπτωμα, αυτό ΔΕΝ αξιολογείται καθώς περιορισμός του αμυντικού του δικαιώματος και γενικότερα περιορισμός του δικαιώματος του «Αναφέρεσθαι» δεν είναι αποδεκτός από το Δίκαιο. Η απολογία του, πολύ απλά, επισυνάπτεται στην οικεία σελίδα ή αναφέρεται πάνω στην σελίδα η ταυτότητα του κατατεθειμένου εγγράφου για οποιαδήποτε μελλοντική ανίχνευση και ανάγκη είτε του ιδίου, είτε της διοικήσεως.
Σε ενδεχόμενη προσφυγή σε κάποιο βαθμό για άρση ποινής, ο διοικών θα πρέπει να θυμάται ότι στη διοικητική πράξη πρέπει να γίνεται μνεία συγκεκριμένων στοιχείων που στηρίζουν το συμπέρασμά της (ορισμένος χαρακτήρα της αιτιολογίας, ΣτΕ 3692/2001, 4223/2000). Δεν πρέπει να περιορίζεται στην επανάληψηστερεότυπων εκφράσεων που προέρχονται από τον νόμο που διέπει την υπόθεση (ΣτΕ 2584/2001) ούτε να στηρίζεται σε αντιφατικά στοιχεία (ΣτΕ 941/1989, Ολ 3158/1976). Συνεπώς, η απάντηση του Α’, ή Β΄, ή Γ΄οργάνου που κρίνει την προσφυγή δεν μπορεί να είναι μόνο : «..η ποινή δεν αίρεται..» ή «…η ποινή δεν δύναται να διαγραφεί…» χωρίς να γίνεται ανάλυση των ισχυρισμών ως προεκτέθη.
Σε κάθε περίπτωση ο ως άνω, αλγόριθμος επιβολής ποινής ή αρχειοθέτησης δεν πάσχει ουδεμίας ακυρότητας και δεν μπορεί να ακυρωθεί (η ποινή) σε Διοικητικά Δικαστήρια, ενώ με απόκλιση από τα του Δικαίου προβλεπόμενα οι ποινές ακυρώνονται, γεγονός που εκθέτει την Διοίκηση στην Κοινωνία και μειώνει το κύρος του Αξιωματικού ο οποίος εμφανίζεται «εμπαθής» και υποκινούμενος από αισθήματα «μη ευγενή».
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω καθώς και την ρήση του Αριστοτέλη – ότι η δικαιοσύνη είναι λογική χωρίς πάθος, γίνεται δεκτό ότι η τήρηση της, ως άνω, νομικής εξίσωσης «step by step» προκειμένου να μεταβληθεί η διοικητική υπόσταση ενός ανθρώπου, είναι αφενός η ασφαλέστερη για κάθε αξιολόγηση και αφετέρου εκείνη την οποία το Δίκαιο αποδέχεται χωρίς αλλεργία και κλυδωνισμούς.


Εν συμπεράσματι, γίνεται αντιληπτό ότι ο Νόμος υπάρχει και πρέπει να τηρείται αφού είναι αυτός που ελέγχει τόσο τον διοικούμενο όσο και την Διοίκηση χωρίς ουδεμία εξαίρεση. Άλλωστε από το φωτεινότερο παράδειγμα του Δυτικού κόσμου που είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, μαθαίνουμε τα προφανή. Οι ΗΠΑ υιοθέτησαν και συνεχίζουν να προάγουν τον Αρχαιοελληνικό Πολιτισμό καθώς και την Αριστοτελική διάταξη σύστασης Κράτους με αποτέλεσμα ο Νόμος να λειτουργεί για όλους, μηδενός εξαιρουμένου. Ως εκ τούτου, μέσα σε 150 χρόνια έγιναν το κυρίαρχο κράτος του πλανήτη καταστέλλοντας  δυνάμεις σκότους και μίσους που στηρίζονταν όχι σε θεσμούς αλλά σε πρόσωπα ηγετών αμφιβόλου υποστάσεως. Διαπιστώνεται λοιπόν η βούληση προς όφελος όλης της Ανθρωπότητας για να εφαρμοσθεί το αξίωμα του «RULE OF LAW», δηλαδή η κυριαρχία του Νόμου, ένα μεγάλο κεφάλαιο που αποσχολεί ακόμα την Ευρώπη η οποία το θέτει σαν απαίτηση στα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εμείς που είμαστε η Χώρα παραγωγής του Πολιτισμού σε ποιον κόσμο θέλουμε να ζήσουμε;;


Του Γεωργίου Αλεξανδράκη, Αξιωματικού Π.Ν. Επιτελής του ΓΕΕΘΑ, Πτυχιούχος Νομικής  Αθηνών, Αριστούχου της Φιλοσοφικής Αθηνών, Master of Arts στις σπουδές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου