18 Νοεμβρίου 2014

Ο πολίτης υπηρετεί το κράτος ή το κράτος τον πολίτη; (Άρθρο του Αξιωματικού (Ε) Γ. Αλεξανδράκη ΠΝ)

Δεν νομίζω να υπάρχει κάποιος από τους αναγνώστες του παρόντος που να μην έχει βιώσει έναν εκνευρισμό σε μία δημόσια υπηρεσία κατά την διάρκεια συναλλαγής του ή διεκπεραίωσης υπόθεσής του.


Σίγουρα είναι φορές που ο πολίτης πάει με κάποια ελλιπή δικαιολογητικά και αναγκάζεται να φύγει προς συμπλήρωση αυτών και να επανέλθει μετά με ολοκληρωμένο φάκελο που θα κατατεθεί στην δημόσια υπηρεσία (Εφορία, υπηρεσίες υπουργείων κλπ).
Τι γίνεται όμως όταν ο πολίτης έχει βρίσκεται στην δημόσια υπηρεσία «καλά διαβασμένος» αλλά διαπιστώνει ότι η δουλειά του δεν μπορεί να γίνει; Τι γίνεται όταν προσπαθεί να επικοινωνήσει με τον υπάλληλο και ο τελευταίος δεν αφήνει ούτε ένα περιθώριο της προλεχθείσας επιζητούμενης επικοινωνίας; Υπάρχει τελικά προστασία για τον ταλαίπωρο πολίτη, όπως έχουμε συνηθίσει να τον αποκαλούμε τα τελευταία 40 χρόνια;
Ας τα πάρουμε όμως από την αρχή για να γίνουν όλα πιο κατανοητά με στόχο την καλύτερη αντιμετώπιση οποιουδήποτε ανακύψαντος θέματος που έχει σχέση με τα παραπάνω.  
Κατ’αρχάς πρέπει να καταλάβουμε αν υπάρχει ιεραρχική εξάρτηση μεταξύ υπαλλήλου – πολίτη από την οποία να απορρέει δυνατότητα ελέγχου τους ενός στον άλλον. Πολλοί θα πουν ότι ο υπάλληλος – και πρέπει εδώ να υπογραμμίσουμε ότι όταν λέμε υπάλληλος εννοούμε από τον διευθυντή μέχρι τον θυρωρό – δουλεύει για το κράτος το οποίο και εξυπηρετεί, οπότε ουδεμία σχέση έχει με τον πολίτη που έρχεται να εξυπηρετηθεί από το κράτος. Ως εκ τούτου, πρέπει να έχει και το ανάλογο «παρακλητικό» ύφος απέναντι στον υπάλληλο που ενσαρκώνει την βούληση του Κράτους.
      Αυτό, όντως θα μπορούσε να ισχύει αν η Ελλάδα με το τέλος του Εμφυλίου το 1949 και με νίκη των Αριστερών δυνάμεων, είχε προσαρτηθεί στο ανατολικό μπλοκ όπου οι κρατική δομή είναι όπως παραπάνω, δηλαδή ο πολίτης υπάρχει για το Κράτος και όχι το αντίθετο.
     Καλώς ή κακώς, επειδή στο παρόν άρθρο δεν γίνεται πολιτική, η Ελλάδα ανήκει στον δυτικό κόσμο – τυπικά τουλάχιστον – έχοντας στοιχειοθετήσει τους μεταπολεμικούς Συνταγματικούς της Χάρτες με το σκεπτικό του ότι το Κράτος υφίσταται για να υπηρετεί τον Πολίτη και όχι ο Πολίτης για το Κράτος (ή το Έθνος για πολλούς), όπως γινόταν στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες. Αυτό διαπιστώνεται τόσο στο Βασιλικό Σύνταγμα του 1952, όσο και στο εν ισχύ του 1975 όπως αυτό έχει αναθεωρηθεί το 1986/2001/2008.
     Από το εν ισχύ λοιπόν Σύνταγμα, προκύπτει ότι ανάμεσα στα πέντε όργανα του Κράτους (Λαός, Κυβέρνηση, Βουλή, Πρόεδρος Δημοκρατίας, Δικαστήρια), των οποίων οι αρμοδιότητες περιγράφονται σε αυτό, υπάρχει ένα υπέρτατο όργανο στο όνομα του οποίου ασκούνται όλες οι εξουσίες / λειτουργίες, σύμφωνα με το θεμελιώδες άρθρο 1 του Συντάγματος και αυτό το κυρίαρχο όργανο είναι ο Λαός.
      Εξ’αυτού του γεγονότος η Δημόσια Διοίκηση – για την οποία προβλέπει και για αυτήν το Σύνταγμα των Ελλήνων στα άρθρα 101 και επόμενα – η οποία είναι γεγονός ότι εκφράζει την βούληση και την σκέψη της Κυβέρνησης στην οποία έχει δοθεί εντολή με Δημοκρατικές διαδικασίες από τον Ελληνικό Λαό, υπηρετεί τον Λαό αυτό και είναι τόσο ξεκάθαρο αφού ορίζεται ΡΗΤΩΣ  στο άρθρο 103 του Συντάγματος των Ελλήνων ότι « οι δημόσιοι υπάλληλοι υπηρετούν τον Λαό».
     Δυστυχώς όμως, όπως διαπιστώνει κανείς, την παραπάνω υποχρέωση του δημόσιου υπαλλήλου δεν την βλέπει κάποιος εύκολα κατά τις συνήθεις συναλλαγές του με το δημόσιο. Δεν υπαινίσσεται ο γράφων ότι δεν υπάρχουν εξαιρέσεις, αλλά σίγουρα ο κανόνας είναι διαφορετικός από την πραγματικότητα που θα έπρεπε να διαπιστώνεται και η οποία δεν θα ήταν τίποτα άλλο από την εφαρμογή της Συνταγματικής επιταγής, καθώς και των σχετικών νόμων για τους οποίους επιφυλάσσεται συχνά το ίδιο το Σύνταγμα.
      Και ερχόμαστε τώρα στο προκείμενο, γιατί καλή η θεωρία, αλλά πως αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα όταν αυτό ανακύψει μπροστά μας; Τρεπόμαστε «εις άτακτον φυγή»  την στιγμή που έχουμε δίκιο, ή μπορούμε να προβούμε σε κάποιες ενέργειες;
   Για την επίλυση του παραπάνω ερωτήματος θα παρατεθούν δύο αντιπροσωπευτικές περιπτώσεις προκειμένου να δοθούν κάποιες προσανατολιστικές κατευθύνσεις, τις οποίες μπορεί κάποιος να τις εφαρμόσει αναλογικά στην δική του περίπτωση, γιατί όπως γίνεται αντιληπτό η εξάντληση των περιπτώσεων σε ένα άρθρο δεν είναι αφενός δυνατή, αφετέρου θα χανόταν το momentum με αποτέλεσμα την μη επίτευξη του στόχου του που δεν είναι άλλος από το να ενεργοποιήσει τον Πολίτη να αναλάβει τις ευθύνες του διαμέσου της άσκησης των δικαιωμάτων του.
            Περίπτωση 1η : Προσέρχεστε στην δημόσια υπηρεσία έχοντας ενημερωθεί είτε από το διαδίκτυο είτε από μια εγκύκλιο για τα συνοδεύοντα δικαιολογητικά της υπόθεσής σας και ο υπάλληλος σας λέει ότι καλά είναι αυτά που φέρατε αλλά του είπε ο διευθυντής – πολλές φορές αυτό είναι από το μυαλό του αλλά βάζει μπροστά τον Διευθυντή – ότι πρέπει να του πάτε άλλα τρία – τέσσερα χαρτιά, έτσι, για να «είμαστε καλυμμένοι». Τι κάνετε; Πρώτ’απ’όλα, δεν χάνετε την ψυχραιμία σας, γιατί μαζί με αυτήν θα χάσετε ΟΛΟ το δίκιο σας και θα φύγετε «σαν βρεγμένη γάτα», γιατί σε γενόμενη αδικοπραξία (βρισιές, απειλές κλπ), δύσκολα θα βρείτε μάρτυρα να σας υποστηρίξει, ενώ ο υπάλληλος έχει τους συναδέλφους του που θα είναι οπωσδήποτε μάρτυρες υπέρ αυτού και κατά εσάς!!. Στην συνέχεια, ζητάτε ευγενικά το όνομα του υπαλλήλου, εκτός αν το γράφει σε κάποιο «ταμπελάκι», και του ζητάτε να σας χορηγήσει ΕΓΓΡΑΦΩΣ την εντολή του διευθυντού με την οποία ζητούνται από την υπηρεσία αυτή τα «επιπρόσθετα δικαιολογητικά». Αν δεν την βρίσκει – που δεν θα την βρίσκει για να μην περιμένετε άδικα – θα του ζητήσετε – είτε από αυτόν είτε από τον προϊστάμενο / διευθυντή της υπηρεσίας -  να σας δώσει εγγράφως αυτό που σας λέει, έστω και χειρόγραφα αφού και αυτό έχει την ΙΔΙΑ ισχύ με το έγγραφο από υπολογιστή και να σας βάλει από κάτω την σφραγίδα του και το όνομά του όχι όμως μια ακανόνιστη τζίφρα, όπως συνηθίζεται, αλλά το μικρό του όνομα και το επώνυμο ΟΛΟΓΡΑΦΩΣ με τα δικά του γράμματα.
            Η κτηθείσα εμπειρία υπαγορεύει ότι  το πιο πιθανό είναι να μην πάρετε τίποτα καθότι ο δημόσιος υπάλληλος αντιλαμβανόμενος την θέση ισχύς του, απλώς θα την επιδείξει. Τότε περνάτε σε δεύτερο στάδιο και πιο δραστικό, φωνάζοντας την αστυνομία καλώντας το «100». Προσοχή, προς άρση παρεξηγήσεων, η αστυνομία ΔΕΝ είναι μόνο να συλλαμβάνει τους κακοποιούς είναι και να αποτρέπει το έγκλημα σε ΚΑΘΕ του μορφή. Έχει δηλαδή ένα διπλό ρόλο, έναν αυτόν της διωκτικής αρχής και έναν αυτόν τηςδιοικητικής βεβαιώνουσας αρχής, που δρα πάντοτε υπέρ του πολίτη, άσχετα με αυτά που ακούμε κατά των αστυνομικών, οι οποίοι – τις περισσότερες φορές -  κάνουν άριστα την δουλειά τους. Φωνάζετε λοιπόν την αστυνομία, η οποία θα στείλει ένα-δύο άτομα στην υπηρεσία που είσαστε και θα τους ενημερώσετε για το συμβάν. Τα όργανα θα ζητήσουν τις ταυτότητες (φροντίστε να την έχετε πάντα μαζί) των εμπλεκομένων και θα συντάξουν έκθεση με τα λεγόμενα τα δικά σας και τα λεγόμενα του διευθυντού ή του υπαλλήλου. Η έκθεση θα είναι έτοιμη για να την παραλάβετε από το Αστυνομικό Τμήμα συνήθως μετά από 10 εργάσιμες. Αντιλαμβάνεστε ότι το περιεχόμενο στην έκθεση του αστυνομικού οργάνου, είναι έκθεση δημόσιας Αρχής και έχει έχει ιδιαίτερα μεγάλη αποδεικτική ισχύ, τόση που αν αυτά που βεβαίωσε ότι είπε ο υπάλληλος δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και στην νόμιμη διαδικασία την οποία εσείς έχετε ακολουθήσει και αυτοί σας ταλαιπώρησαν, τότε μπορείτε να ζητήσετε τον πειθαρχικό έλεγχο των εμπλεκομένων υπαλλήλων, να ζητήσετε εύλογη αποζημίωση με σχετικό δικόγραφο, ή και να υποβάλλεται έγκληση / μήνυση αν κατά την γνώμη σας ή του δικηγόρου σας έχει πληρωθεί κάποιος κανόνας του Ποινικού Κώδικα.
            Περίπτωση 2η : Πάτε στην δημόσια υπηρεσία και ο «αρμόδιος» υπάλληλος που θα χειριζόταν την υπόθεσή σας λείπει και πρέπει εσείς να απουσιάσετε εκ νέου από την δουλειά σας, να ξαναφήσετε αλλού τα παιδιά σας για να ξαναπάτε στην δημόσια υπηρεσία και γενικά να ξαναταλαιπωρηθείτε γιατί αυτός που σας υπηρετεί και τον οποίο πληρώνετε εσείς δεν βρίσκεται, για κάποιο λόγο, στην εργασία του. Τι κάνετε;
            Πάντα αρχίζουμε με ευγένεια, μήπως και υπάρχει κάποιος ευπειθής υπάλληλος που θα σας εξυπηρετήσεις προκειμένου να αποφύγουμε αστυνομίες κλπ, κλπ. Αν τον βρούμε και γίνει η δουλειά σας, τον ευχαριστείτε και φεύγετε ΧΩΡΙΣ να τάξετε δώρα κλπ, γιατί κάποιος άλλος υπάλληλος που δικαιολογημένα ή αδικαιολόγητα έχει αγανακτήσει  με το «σύστημα», με τους «αδίστακτους Ευρωπαίους οι οποίοι ναι μεν μας έδωσαν τα λεφτά τους αλλά  τώρα τα θέλουν πίσω», ή με τους «ενοχλητικούς πολίτες» θα σας καταγγείλει για δωροδοκία και θα μπλέξετε. Αν δεν βρούμε «καλό υπάλληλο», πάμε στον διευθυντή και εκθέτουμε το πρόβλημα. Αν και αυτός δεν έχει διάθεση να βοηθήσει και νιώθετε ότι σας μπερδεύει αναλύοντας τα προβλήματα της υπηρεσίας με την «απομείωση του προσωπικού» κλπ, τον ενημερώνετε ότι θα θέλατε να σας βεβαιώσει εγγράφως (βλ παραπάνω) όλα αυτά για να απευθυνθείτε και εσείς στο εποπτεύον Υπουργείο «για να τον βοηθήσετε», ενώ θα τονίσετε ότι κάποιος συγγενής σας σε υπουργείο, σας είχε πει ότι «ο προϊστάμενος δεν χορηγεί άδεις απουσίας αν δεν ορίσει αντικαταστάτη καθηκόντων αυτού που έφυγε»!!  Επειδή μάλλον δεν θα σας το δώσει εγγράφως, τον ενημερώνετε ότι θα θέλατε να κάνετε χρήση του σταθερού τηλεφώνου του για να φωνάξετε την αστυνομία να βεβαιώσει την «Μη εξυπηρέτησή σας» (με την παραπάνω διαδικασία). Σε αυτό το σημείο, η εμπειρία έχει δείξει ότι θα σας εξυπηρετήσει ο ίδιος ο Προϊστάμενος!! Αν όχι, την συνέχεια την ξέρετε από την παραπάνω περίπτωση.
            Σε κάθε περίπτωση να θυμάστε ότι ΚΑΘΕ δημόσια υπηρεσία έχει Πρωτόκολλο στο οποίο μπορείτε να καταθέσετε Ό,τι θέλετε και να λάβετε το σχετικό αποδεικτικό. Στο αίτημά σας η δημόσια υπηρεσία είναι υποχρεωμένη να σας απαντήσει σε προθεσμία που κυμαίνεται  – ανάλογα με το αίτημα – από 20 ημέρες μέχρι 60 ημέρες, όπως ορίζει ο Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας (Ν.2690/99).
            Συνοψίζοντας τα παραπάνω με δυο λέξεις, ο διοικούμενος, δηλαδή ο πολίτης, θα πρέπει να θυμάται τα εξής:
           (α) Ο δημόσιος υπάλληλος είναι υπηρέτης του πολίτη
(β) Ο πολίτης πληρώνει με τους φόρους του την δημόσια διοίκηση και ως εκ τούτου, το Κράτος λειτουργεί υπέρ του Πολίτη και όχι το αντίθετο.
(γ) Η αστυνομία έχει και δεύτερο ρόλο από αυτόν που ξέρουμε από παιδιά και είναι αυτός της απανταχού βεβαιώνουσας αρχής η οποία είναι υποχρεωμένη να παρασταθεί εφόσον την καλέσει ο Πολίτης.
(δ) Η διατήρηση της νομιμότητας και των Συνταγματικών Επιταγών είναι η δικαιολογητική βάση για όλες τις ενέργειες υπέρ του Πολίτη.
(ε) Τέλος και βασικότερο από όλα, ΔΙΑΤΗΡΕΙΣΤΕ την ψυχραιμία σας.          
Όπως γίνεται αντιληπτό, δεν λειτουργούν όλα όπως οι δομές των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας, (ας επιτραπεί στον συγγραφέα να εγκωμιάσει τα του οίκου του !) οι οποίες αποτελούσαν και αποτελούν την ακομάτιστη και ουδέτερη εγγύηση των Εθνικών δικαιωμάτων / συμφερόντων του Έθνους. Ως προελέχθη, όμως, η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών θα ήταν αρτιότερη  αν γνωρίζαμε όλοι μας τους μοχλούς ελέγχου και νομίμων πιέσεων προς τους δημόσιες υπηρεσίες που υπάρχουν για να μας υπηρετούν. Όλα τα παραπάνω είναι ένα μικρό δείγμα προς αυτήν την κατεύθυνση και με το παρόν εκφράζεται η ελπίδα για γνώση εκ μέρους του πολίτη των δικαιωμάτων του, τα οποία όμως πρέπει να ασκούνται με κοσμιότητα και αξιοπρέπεια. 



Του Γεωργίου Αλεξανδράκη, Αξιωματικού Π.Ν. Επιτελής του ΓΕΕΘΑ, Πτυχιούχος Νομικής  Αθηνών, Αριστούχου της Φιλοσοφικής Αθηνών, Master of Arts στις σπουδές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου